Ίσως ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους οι γονείς αποφεύγουν να δώσουν γλυκά στα παιδιά τους είναι ότι φοβούνται πως, εκτός από παχύσαρκους ενηλίκους, θα δημιουργήσουν ανθρώπους εθισμένους στην παρηγοριά του γλυκού.

Η εικόνα της νεαρής που έχει μόλις χωρίσει και, για να αισθανθεί καλύτερα, ανοίγει την κατάψυξη, παίρνει μια οικογενεια­κή συσκευασία λιπαρού παγωτού και με το κουτάλι το τρώει ολόκληρο έρχεται εύκολα στο μυαλό όλων μας.

Κι αυτό επειδή τα γλυκά πράγματι λειτουργούν ως «comfort food» (φαγητό που δίνει παρηγοριά) για πολλούς ενηλίκους και πιθανώς αυτή η πεποίθηση υπάρχει μέσα τους από όταν ήταν παιδιά.

Ποιος, όμως, μας λέει ότι αυτοί ανήκαν στην κατηγορία των παιδιών που είχαν εύκολη πρόσβαση σε γλυκά;

Είναι πολύ πιο πιθανό τα γλυκά να γίνουν απωθημένο, φαγητό που δίνει χαρά, παρηγοριά και ευχαρίστηση όταν απαγορεύονται, παρά όταν υπάρχουν στο σπίτι, όπως όλα τα άλλα τρόφιμα, ως κάτι συνηθισμένο, υποστηρίζουν οι ειδικοί.

Επίσης, μεγάλο ρόλο παίζει η σχέση των γονέων με τα γλυκά. Καθώς τα παιδιά μαθαίνουν να προσεγγίζουν το φαγητό μέσα από τα πρότυπα των γονέων τους, είναι πιθανό να επαναλαμβάνουν το πρότυπο που έχουν δει, του γονέα που τρώει για να κατευνάσει τη λύπη ή το θυμό του!

 Ας δώσουμε, λοιπόν, γλυκά στα παιδιά μας, αλλά ας προσέξουμε, εκτός από την ποιότητα, την ποικιλία και την ποσότητά τους, το πώς θα τα δώσουμε.

● Τα γλυκά δεν πρέπει να λειτουργούν ως αντάλλαγμα. Δεν είναι σωστό, λοιπόν, να λέμε στο παιδί: «Φάε τις φακές που δεν σου αρέσουν και μετά θα φας και ένα παγωτό». Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να μεγαλώνει η απέχθεια του παιδιού για το φαγητό και από την άλλη πλευρά η επιθυμία του για το γλυκό.

● Τα γλυκά δεν πρέπει να απαγορεύο­νται, ούτε να φορτίζονται συναισθημα­τικά. Θα πρέπει να υπάρχουν στο σπίτι, όπως τα υπόλοιπα τρόφιμα. Παρ’ όλα αυτά, τα παιδιά θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι υπάρχουν όρια και κανόνες για την κατανάλωσή τους.

Έτσι, μαθαίνουν μια πραγματικότητα της ζωής, με την οποία μεγαλώνοντας θα έρθουν αναπόφευκτα αντιμέτωπα: ότι δεν μπορούν να έχουν όλα όσα τους αρέσουν πάντοτε.

● Οι γονείς θα πρέπει να φροντίσουμε -με τις δικές μας διατροφικές συνήθειες- να αποτελούμε το παράδειγμα για τα παιδιά μας. Δεν μπο­ρούμε, δηλαδή, να τρώμε εμείς κάθε μέρα μεγάλες ποσότητες ανθυγιεινών γλυκών και να απαιτούμε τα παιδιά μας να απέχουν.

● Δεν πρέπει τα γλυκά να αποτελούν τη μοναδική κίνηση προσφοράς εκ μέρους μας. Πράγματι, η αγορά μιας λιχουδιάς είναι ένας εύκολος τρόπος να δώσουμε στιγμιαία χαρά στο παιδί, δείχνοντάς του ότι το σκεφτήκαμε και θέλουμε να το ικανοποιήσουμε προσφέροντάς του κάτι που του αρέσει.

Ωστόσο, σημαντικό είναι οι εκδηλώσεις αυτές ενδιαφέροντος και πρόθεσης να δώσουμε χαρά στο παιδί να μην περιορίζονται στον τομέα του φαγητού, αλλά να τις επεκτείνουμε ποικιλοτρόπως (π.χ. «Σου πήρα αυτό το βιβλίο με αυτοκόλλητα!», «Σου πήρα αυτό το γλαστράκι για να το περιποιούμαστε μαζί», «Σου πήρα αυτό το παιχνίδι» κλπ.) και πέραν της προσφοράς υλικών αγαθών (π.χ. «Μου έλειψες σήμερα που ήμουν στη δουλειά», «Σκεφτόμουν πώς να τα πήγες στο σχολείο», «Πάμε μια βόλτα οι δυο μας» κλπ.).