Ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα αποτελέσματα μιας σειράς ερευνητικών μελετών από το Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας για την επίδραση της άσκησης στα συμπτώματα άγχους και κατάθλιψης που συχνά παρατηρούνται κατά την την περιγεννητική περίοδο, δηλαδή κατά την εγκυμοσύνη και τη λοχεία.

Οι παρούσες έρευνες σχεδιάστηκαν και εκπονήθηκαν στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής της Ναταλίας Τζούμας υποτρόφου του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών-ΙΚΥ.

Σύμφωνα με τις τελευταίες οδηγίες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για καλύτερη υγεία (2020), οι έγκυες και οι λεχωίδες θα πρέπει να ασκούνται κατ’ ελάχιστον 150 λεπτά την εβδομάδα με μέτρια ένταση, δηλαδή η αναπνοή μας και η καρδιά μας να λειτουργούν ταχύτερα από την ηρεμία αλλά συνάμα να μην νιώθουμε δυσφορία και να είμαστε ικανοί να μιλάμε κανονικά.

Τι έδειξαν τα αποτελέσματα

Η πρώτη μελέτη δημοσιεύτηκε σε έγκριτο διεθνές περιοδικό που αποτελεί την επίσημη Ιατρική Επιθεώρηση της Διεθνούς Ένωσης Συναισθηματικών Διαταραχών. Τα αποτελέσματα, σύμφωνα με τους ερευνητές, έδειξαν ότι διαφορετικά είδη άσκησης που πραγματοποιήθηκαν 40 λεπτά την ημέρα για 3-4 ημέρες την εβδομάδα επί τεσσερισήμισι μήνες μείωσαν περισσότερο τα συμπτώματα της περιγεννητικής κατάθλιψης σε σύγκριση με ευρέως χρησιμοποιούμενες παρεμβάσεις στην περιγεννητική περίοδο πχ, φαρμακοθεραπεία, ψυχολογικές συνεδρίες, συνήθης περιγεννητική φροντίδα, κτλ.

Ακόμα πιο αποτελεσματική αποδείχτηκε η αμιγώς αεροβική μορφή άσκησης με μέτρια ένταση (π.χ. κάπως γρήγορη βάδιση ή πολύ αργό τρέξιμο εναλλασσόμενο με βάδιση) που πραγματοποιήθηκε 52 λεπτά/ημέρα για 4 ημέρες την εβδομάδα επί 5 μήνες. Η δεύτερη μελέτη (έχει κατατεθεί προς δημοσίευση) ανέδειξε τη σημαντικότητα της έντασης, διάρκειας και του είδους της άσκησης σε συμμετέχουσες εγκυμονούσες και λεχωίδες.

Συγκεκριμένα, η μέτριας έντασης αεροβική άσκηση, ως επί το πλείστον περπάτημα, για περίπου 40 λεπτα/ημέρα σχεδόν όλες τις ημέρες της εβδομάδας κατά την διάρκεια 36 εβδομάδων εγκυμοσύνης και 10 εβδομάδων λοχείας, βελτίωσε τα συμπτώματα κατάθλιψης, άγχους και την ποιότητα ύπνου στην ομάδα παρέμβασης, σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου που έλαβε περιγεννητική φροντίδα και εκπαίδευση.

Τέλος, η τρίτη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό της επίσημης Παγκόσμιας Οργάνωσης Αθλητικής Ψυχολογίας – ISSP κατέγραψε τις απόψεις και εμπειρίες των ιδίων των συμμετεχουσών γυναικών αναφορικά της παρέμβασης. Αυτές συνέκλιναν σε τρεις ευεργετικούς παράγοντες. Πρώτον, στην αυτονομία που δόθηκε στις ασκούμενες να επιλέγουν αυτόβουλα την διακύμανση της έντασης της άσκησης. Δεύτερον, στον θετικό ρόλο των μαιευτήρων στην προώθηση της συστηματικής άσκησης κατά την εγκυμοσύνη και τη λοχεία. Τρίτον, στην σημαντικότητα της έναρξης της άσκησης από το ξεκίνημα της εγκυμοσύνης και κατά την διάρκεια της λοχείας με παράλληλη συμμετοχή του συντρόφου.

Τα ευρήματα των παραπάνω μελετών, τονίζουν οι ερευνητές, κομίζουν υψηλή επιστημονική τεκμηρίωση με εξαιρετική κλινική σημασία. Ωστόσο, απαιτούνται περισσότερες τυχαιοποιημένες μελέτες επαναλαμβανόμενων μετρήσεων με συμμετέχουσες με κλινική διάγνωση περιγεννητικής κατάθλιψης για να εξαχθούν ακόμα πιο ασφαλή συμπεράσματα.

Σε δηλώσεις τους στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο Νικόλαος Κομούτος, αναπληρωτής καθηγητής ψυχολογίας φυσικής αγωγής και αθλητισμού και ο Ιωάννης Δ. Μωρρές, επίκουρος καθηγητής και κλινικός φυσικής δραστηριότητας και άσκησης στην ψυχική υγεία, ως επιβλέποντες του προγράμματος τόνισαν με βάση αυτές τις μελέτες: «Η άσκηση στην περιγεννητική κατάθλιψη όπως και σε πλήθος άλλων ιατρικών καταστάσεων και νοσημάτων αποτελεί μία θεραπεία που φέρει αντικαταθλιπτικά και αγχολυτικά αποτελέσματα και καλύτερη ποιότητα ζωής συνδυαστικά με άλλες θεραπευτικές αγωγές».

Ωστόσο, οι καθηγητές του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας υπογραμμίζουν ότι είναι σημαντικό τα προγράμματα άσκησης να σχεδιάζονται και να καθοδηγούνται από καθηγητές φυσικής αγωγής εξειδικευμένους στην κλινική άσκηση για την περιγεννητική περίοδο και για τις ψυχικές διαταραχές. Εξίσου σημαντικό είναι το είδος της άσκησης να είναι εύκολο, ευχάριστο, ασφαλές και να το επιλέγει αυτόνομα το ίδιο το άτομο σε συνεργασία με τον εξειδικευμένο κλινικό άσκησης. Εν κατακλείδι, προτείνεται η εκτενής προώθηση της άσκησης κατά την περιγεννητική περίοδο καθώς η κατάθλιψη επηρεάζει περίπου το 16% των εγκύων και το 20% των λεχωίδων (Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, 2017) αλλά συχνά δεν διαγιγνώσκεται έγκαιρα ή δεν ακολουθείται η κατάλληλη θεραπεία λόγω του φόβου ενδεχόμενων παρενεργειών της φαρμακοθεραπείας και του στίγματος που συνοδεύει τις ψυχικές διαταραχές και συνοδεύουσες θεραπείες, καταλήγουν, τονίζοντας οι ίδιοι.