Η ενδομητρίωση είναι μια συνηθισμένη και συχνά επώδυνη διαταραχή του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος. Ο ιστός που επενδύει φυσιολογικά το εσωτερικό της μήτρας, δηλαδή το ενδομήτριο, προσκολλάται και αναπτύσσεται στην εξωτερική επιφάνειά της ή δημιουργείται από την παρουσία και ανάπτυξη κυττάρων του ενδομητρίου σε θέσεις εκτός της κοιλότητας της μήτρας. Πιθανότατα η ενδομητρίωση προκαλείται από την παλινδρόμηση κυττάρων ενδομητρίου μαζί με αίμα από τη μήτρα μέσω των σαλπίγγων, στο εσωτερικό της κοιλιάς, κατά τη διάρκεια της περιόδου. Τα κύτταρα αυτά μπορεί να εμφυτευτούν στο εσωτερικό της κοιλιάς ή και σε πιο απομακρυσμένα σημεία, όπως στους πνεύμονες ή στον εγκέφαλο, και να εξελιχθούν σε εστίες ενδομητρίωσης. Οι εστίες αυτές ανταποκρίνονται στα ορμονικά ερεθίσματα κατά τη διάρκεια του εμμηνορρυσιακού κύκλου, όπως ακριβώς και το ενδομήτριο, και αποπίπτουν με αιμορραγία στην περίοδο. Αν και η παλινδρόμηση των ενδομητριωσικών κυττάρων πιθανολογείται ότι συμβαίνει σχεδόν σε όλες τις γυναίκες, η ενδομητρίωση εμφανίζεται σε λίγες. Συνεπώς, συνυπάρχουν και άλλοι -άγνωστοι μέχρι στιγμής- παράγοντες που διευκολύνουν την εμφύτευση των κυττάρων και την προοδευτική ανάπτυξη ενδομητρίωσης. Αν και υπάρχουν πολλές θεωρίες για την εξήγηση της ενδομητρίωσης, ωστόσο καμιά δεν ερμηνεύει πλήρως την αινιγματική αυτή ασθένεια. Η επικρατέστερη θεωρία υποστηρίζει την ύπαρξη διαταραχής στη λειτουργία του συστήματος κυτταρικής και χημικής ανοσίας του οργανισμού. Η διαταραχή αυτή οφείλεται ενδεχομένως σε γενετικούς παράγοντες, αφού έχει βρεθεί κάποιο είδος κληρονομικής προδιάθεσης.
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα της ενδομητρίωσης είναι:
Έντονοι πόνοι πριν και κατά τη διάρκεια της περιόδου (δυσμηνόρροια), κράμπες που ξεκινούν πριν από την περίοδο, κρατούν πολλές ημέρες πριν από αυτήν και συνδυάζονται με οσφυαλγία και πόνο στην κοιλιά.
Πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή (δυσπαρευνία) ή και αμέσως μετά.
Μεγάλη απώλεια αίματος κατά την περίοδο ή κολπική αιμορραγία κατά τη διάρκεια του κύκλου.
Πόνος τις ημέρες πιθανής ωορρηξίας, δηλαδή την 11-17η ημέρα ενός φυσιολογικού κύκλου 28 ημερών.
Πόνος κατά την κένωση του εντέρου ή την ούρηση.
Άλλα συμπτώματα είναι η κόπωση, ο έντονος πόνος στη μέση και οι διαταραχές στην εντερική λειτουργία κατά την περίοδο, όπως ο πόνος στο έντερο, η διάρροια και η δυσκοιλιότητα. Η ένταση των συμπτωμάτων δεν είναι ανάλογη με την έκταση του προβλήματος, ενώ αρκετές γυναίκες με ενδομητρίωση δεν παρουσιάζουν κανένα απολύτως σύμπτωμα. Η ασφαλής διάγνωση γίνεται με την ανεύρεση ενδομητριωσικών εστιών, αν και υποψίες μπορεί να υπάρχουν από την εξέταση ή τα συμπτώματα.
Ενδομητρίωση και υπογονιμότητα
Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, το 40% των γυναικών με ενδομητρίωση αντιμετωπίζει προβλήματα υπογονιμότητας, ενώ το 30% των υπογόνιμων γυναικών πάσχει από ενδομητρίωση. Όσο πιο βαριά είναι η ενδομητρίωση, τόσο πιο πιθανή είναι η πρόκληση υπογονιμότητας, χωρίς ωστόσο να υπάρχει απόλυτη συσχέτιση, αφού υπάρχουν γυναίκες με ήπια ενδομητρίωση και σοβαρή υπογονιμότητα. Ο τρόπος με τον οποίο η ενδομητρίωση επηρεάζει τη γονιμότητα δεν έχει πλήρως αποσαφηνιστεί. Κατά καιρούς έχουν ενοχοποιηθεί ανατομικές βλάβες στις ωοθήκες και στις σάλπιγγες, συμφύσεις και ουλές από τη νόσο ή και τις χειρουργικές επεμβάσεις για την αντιμετώπισή της. Η ελαττωμένη συχνότητα σεξουαλικών επαφών λόγω του πόνου, αλλά και ωορρηξίας από τις διαταραχές στον εμμηνορρυσιακό κύκλο σίγουρα συμβάλλουν στην υπογονιμότητα. Τέλος, έχουν αναφερθεί ορμονικές και ανοσιακές μεταβολές.
Πώς αντιμετωπίζεται;
Η αντιμετώπιση της ενδομητρίωσης μπορεί να είναι φαρμακευτική ή χειρουργική. Για την επιλογή της θεραπείας συνεκτιμάται η ένταση των συμπτωμάτων, η σοβαρότητα της νόσου, η ηλικία της γυναίκας και, βεβαίως, η επιθυμία της να κάνει παιδί στο άμεσο ή απώτερο μέλλον. Η αντιμετώπιση πάντα είναι εξατομικευμένη.
Ποιες γυναίκες κινδυνεύουν από ενδομητρίωση;
Η πιθανότητα εμφάνισης συμπτωμάτων είναι μεγαλύτερη στις γυναίκες 25-40 ετών, δηλαδή τα συμπτώματα εκδηλώνονται αρκετά χρόνια μετά την έναρξη της εμμηνορρυσίας. Κατά κανόνα σταματούν στην εμμηνόπαυση και κατά την εγκυμοσύνη, όταν δηλαδή σταματά η εμμηνορρυσία. Φαίνεται ότι υπάρχει κληρονομική τάση εμφάνισης της ενδομητρίωσης, αφού οι γυναίκες που αναφέρουν συγγενή πρώτου βαθμού με την πάθηση, έχουν δεκαπλάσιο κίνδυνο σε σύγκριση με όσες δεν έχουν ανάλογο οικογενειακό ιστορικό.
Υπάρχει θεραπεία;
Η θεραπεία που προτείνουν οι γιατροί εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως είναι η ηλικία ή η βαρύτητα των συμπτωμάτων. Συνήθως ο γιατρός προτείνει κατευνασμό των συμπτωμάτων και χορηγεί αναλγητικά ή κάποια κατηγορία από μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη. Ωστόσο, αυτό που θα πρέπει να τονιστεί είναι ότι δεν υπάρχει οριστική θεραπεία. Οι συνηθέστεροι τρόποι συντηρητικής αντιμετώπισης της πάθησης είναι η χορήγηση αντισυλληπτικών και άλλων ορμονικών σκευασμάτων που ελέγχουν την ορμονική διέγερση του ενδομητρίου. Κάποια απλά μέτρα που πιθανόν κάνουν πιο εύκολη την αντιμετώπιση των συμπτωμάτων είναι να κάνετε ζεστά μπάνια, να ξεκουράζεστε όσο διαρκούν τα συμπτώματα, να φοράτε άνετα και χαλαρά ρούχα, να χρησιμοποιείτε θερμά επιθέματα στην κοιλιά, να κάνετε ασκήσεις χαλάρωσης και να γυμνάζεστε σε τακτική βάση.
Με τη συνεργασία της Μαρίας Γκουντάκου (MSc κλινική εμβρυολόγος ΙΑΚΕΝΤΡΟ, υποψήφια διδάκτωρ Πανεπιστημίου Κρήτης), Άρτεμις Καρκανάκη (MSc, MD ειδικευόμενη ιατρός Μαιευτικής-Γυναικολογίας, υποψήφια διδάκτωρ Α.Π.Θ.).