Ένα αληθινό και άκρως συγκινητικό κείμενο από τη μαμά και διαχειρίστρια του blog «Live by Surprise», αφιερωμένο στη δική της πολυαγαπημένη μαμά: Σε βλέπω.

Σε βλέπω στις εικόνες του μυαλού μου. Είσαι στα 20 σου κι έχεις κοκκινοχάλκινα, πλούσια μαλλιά μέχρι τους ώμους που ανεμίζουν. Είσαι πολύ αδύνατη, φοράς μπικίνι και στέκεσαι όρθια μέσα σε μια μικρή παιδική πισίνα μαζί μ’ ένα γυμνό παιδάκι με κόκκινα μαλλιά. Το παιδάκι είμαι εγώ. Ο ήλιος κάνει ένα φωτοστέφανο στο κεφάλι σου, κι εγώ κοιτάζω το πρόσωπο και το χαμόγελό σου. Και μπορώ να νιώσω τη ζεστασιά, τόσο από σένα όσο κι από τον ήλιο.

Σε βλέπω να κλαις στο δωμάτιό σου. Είσαι στα 30 σου τώρα. Έχεις χάσει πολλά κιλά, παρόλο που κουβαλάς μεγαλύτερο βάρος στους ώμους σου. Τα μαλλιά σου εξακολουθούν να είναι λαμπερά και πλούσια. Εγώ, έφηβη πια, κάθομαι δίπλα σου στο κρεβάτι και κλαίω μαζί σου. Δεν καταλαβαίνω τι είναι το διαζύγιο, αλλά ξέρω ότι μας διαλύει σε χίλια κομμάτια. Σ’ αγαπώ πιο δυνατά, αλλά ταυτόχρονα σε μισώ που με αναγκάζεις να το περάσω όλο αυτό. Ο γάμος δεν είναι τόσο δύσκολος. Δεν είναι τόσο κακός. Γιατί μου το κάνεις αυτό;

Σε βλέπω να πλησιάζεις στην είσοδο της εκκλησίας. Είσαι στα 40 σου τώρα, κι έχεις ακόμα αυτά τα λαμπερά χάλκινα μαλλιά, αλλά πλέον με μικρές λευκές πινελιές. Είσαι ντυμένη στα σμαραγδί – το αγαπημένο σου χρώμα. Η μουσική αρχίζει να παίζει, καθώς προχωράμε στο εσωτερικό του ναού. Μου χαμογελάς γλυκά, όταν κάποιος μας προσπερνά βιαστικά και κάθεται μπροστά. Μου πιάνεις το χέρι και περπατάμε μαζί στο διάδρομο. Στρέφομαι προς το νέο μου σύζυγο και μακριά από σένα.

Σε βλέπω να με περιμένεις στην πόρτα. Είσαι στα 50 σου τώρα, κι έχεις γκριζάρει αρκετά, ενώ λίγα παραπανίσια κιλά έχουν μαζευτεί γύρω από τη μέση. Είναι αργά. Η ομίχλη είναι ορατή στην ατμόσφαιρα, καθώς τα σύννεφα είναι έτοιμα για βροχή. Δείχνεις αναστατωμένη. Έρχομαι και σου αφήνω το γιο μου. Προσπαθώ να σε καθησυχάσω, ενώ ο αστυνομικός περιμένει στην άκρη του δρόμου με τον άντρα μου. Είσαι διχασμένη: Θέλεις να μ’ ακολουθήσεις και να με υποστηρίξεις, αλλά εγώ σε χρειάζομαι για να είναι ο γιος μου ασφαλής. Περπατάω στο δρόμο. Όταν τελειώνω, δεν φεύγω στο σπίτι μαζί του. Μένω μαζί σου. Τώρα καταλαβαίνω: Ο γάμος είναι δύσκολος.        

Σε βλέπω να φοράς το σμαραγδί φόρεμα. Είμαστε πάλι σε μια είσοδο. Είσαι στα 60 σου, και το γκρι έχει καταφέρει να υπερισχύσει στα άλλοτε χάλκινα μαλλιά σου. Εξακολουθείς, ωστόσο, να δείχνεις υπέροχη. Το σμαραγδί ήταν πάντα το χρώμα σου. Με παραδίδεις στα παιδιά μου, που με πιάνουν το ένα από το ένα χέρι και το άλλο από το άλλο χέρι. Με χαϊδεύεις τρυφερά και προχωράς μόνη σου καθώς η μουσική ξεκινά. Αυτή τη φορά, τα παιδιά μου με συνοδεύουν στο διάδρομο του ναού. Είσαι μπροστά γεμάτη περηφάνια. Νομίζω πως ξέρεις ότι αυτή τη φορά τα κατάφερα. Περιμένεις μέχρι να φτάσω μπροστά και να έρθουν δίπλα σου τα παιδιά. Στρέφομαι προς το νέο μου σύζυγο, όχι όμως μακριά από σένα.

Βλέπω ένα στρουμπουλό παιδάκι με κόκκινα μαλλιά μέσα σε μια μικρή παιδική πισίνα. Νιώθω τον ήλιο σαν φωτοστέφανο στο κεφάλι μου. Μου χαμογελά, και νιώθω τη ζεστασιά του. Είμαι στα 40 μου τώρα. Έχω κόκκινα μαλλιά που ανεμίζουν. Μου φαίνεται τόσο οικείο αλλά παράλληλα και τόσο ξένο. Αναρωτιέμαι αν θα θυμάται. Κοιτάζω το είδωλό μου στο παράθυρο.

Σε βλέπω.