Ένα κακό διαζύγιο έχει επιπτώσεις όχι μόνο στην ψυχική αλλά και στη σωματική υγεία των παιδιών, καθώς αμερικανική μελέτη δείχνει ότι αποδυναμώνεται το  ανοσοποιητικό σύστημα και έχουν περισσότερες πιθανότητες να προσβληθούν από τον ιό του κοινού κρυολογήματος.  Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του επιστημονικού εντύπου Proceedings of the National Academy of Sciences, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Carnegie Mellon, στο Πίτσμπουργκ της Πενσιλβάνια, με επικεφαλής τον Δρ Μάικλ Μέρφι, εξέθεσαν στον ιό του κοινού κρυολογήματος 201 άτομα, 18-55 ετών και τα έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση επί πέντε ημέρες για να δουν ποιοι νόσησαν τελικά.  Οι 109 εθελοντές είχαν γονείς που δεν είχαν χωρίσει, οι 41 που είχαν χωρίσει αλλά μιλούσαν και μετά το διαζύγιο, ενώ οι 51 είχαν γονείς που μετά το διαζύγιο δεν είχαν καμία επικοινωνία.  Οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι οι άνθρωποι που είχαν βιώσει ένα επώδυνο και μη φιλικό διαζύγιο των γονέων τους, είχαν τουλάχιστον τριπλάσια πιθανότητα να νοσήσουν από κοινό κρυολόγημα. Αν οι γονείς είχαν χωρίσει πολιτισμένα και διατηρούσαν επαφές, τότε το παιδί ως ενήλικας δεν ήταν πιο ευάλωτο στο κρυολόγημα.  Οι ερευνητές αποδίδουν τον αυξημένο κίνδυνο κρυολογήματος, κυρίως στο ψυχολογικό στρες που επιδρά στο ανοσοποιητικό σύστημα. «Τα ευρήματά μας δείχνουν τις σημαντικές επιπτώσεις που έχει μακροπρόθεσμα για το ανοσοποιητικό σύστημα μια πρώιμη οικογενειακή σύγκρουση. Δείχνουν επίσης ότι όλα τα διαζύγια δεν είναι ίδια, καθώς η συνεχιζόμενη επικοινωνία ανάμεσα στους γονείς αποτελεί ανάχωμα για τις δηλητηριώδεις συνέπειες του χωρισμού πάνω στην μελλοντική υγεία των παιδιών», σχολιάζει ο καθηγητής Ψυχολογίας Σέλντον Κοέν.  «Οι στρεσογόνες εμπειρίες στα αρχικά στάδια της ζωής κάτι κάνουν στη φυσιολογία και στις φλεγμονώδεις αντιδράσεις, που αυξάνει τον κίνδυνο για χειρότερη υγεία και για χρόνιες παθήσεις. Η μελέτη αποτελεί ένα βήμα προόδου για την καλύτερη κατανόηση του πώς το οικογενειακό στρες στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας μπορεί να κάνει ένα παιδί πιο ευάλωτο σε ασθένειες μετά από 20 έως 40 χρόνια», προσθέτει ο Δρ Μέρφι. Πολυάριθμες προηγούμενες μελέτες έχουν συσχετίσει το βίωμα του χωρισμού των γονιών (με ή χωρίς διαζύγιο) με ποικίλες αρνητικές ψυχολογικές επιπτώσεις για τα παιδιά, χειρότερες σχολικές επιδόσεις, χαμηλότερα εισοδήματα ως ενήλικες κ.α. Τα παιδιά διαζευγμένων γονέων είναι πιθανότερο μετά την ενηλικίωσή τους να νιώθουν πιο δυστυχισμένα, να έχουν περισσότερα ψυχικά προβλήματα και μεγαλύτερες δυσκολίες στις σχέσεις τους με άλλους ανθρώπους.  Είναι ακόμη πιθανότερο να αναφέρουν διάφορους σωματικούς πόνους, να εκδηλώσουν άσθμα, να υποστούν έμφραγμα, εγκεφαλικό επεισόδιο ή να εκδηλώσουν συγκεκριμένες μορφές καρκίνου, καθώς επίσης να πεθάνουν πρόωρα από διάφορες αιτίες, ιδίως καρδιαγγειακές. Πάντως, οι κάθε είδους επιπτώσεις φαίνεται να μην είναι συνήθως μεγάλες, ενώ ποικίλουν πολύ από άνθρωπο σε άνθρωπο.  Πηγή: in.gr