Μια νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Nature Communications, ρίχνει φως στα αίτια της σκολίωσης, μια αναπτυξιακή διαταραχή που προκαλεί παραμόρφωση, στροφή και πλάγια κλίση των σπονδύλων.

Ερευνητές της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Ουασινγκτον στο Σεντ Λούις, υποστηρίζουν ότι η αδυναμία του σώματος να χρησιμοποιήσει πλήρως το διατροφικό ιχνοστοιχείο μαγγάνιο μπορεί να φταίει για ορισμένες περιπτώσεις σοβαρής σκολίωσης.

Οι επιστήμονες παρατήρησαν ότι τα παιδιά με σοβαρής μορφής σκολίωση είχαν διπλάσιες πιθανότητες να είναι φορείς μια γονιδιακής μετάλλαξης που καθιστά δύσκολο για τα κύτταρά τους να απορροφήσουν και να χρησιμοποιήσουν το μαγγάνιο.

Το μαγγάνιο είναι βασικό συστατικό για την ανάπτυξη των οστών και του χόνδρου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, η σκολίωση είναι συνήθως κληρονομική αν και μελέτες έχουν δείξει ότι πολλά και διαφορετικά γονίδια παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αύξηση του κινδύνου εκδήλωσης της. Για την αναγνώριση των γονιδίων αυτών, οι ερευνητές του αμερικανικού πανεπιστημίου ανέλυσαν το γονιδίωμα 457 παιδιών με σοβαρή σκολίωση και 987 χωρίς σκολίωση.

Έτσι εντόπισαν μια μετάλλαξη στο γονίδιο SLC39A8 στο 6% των υγιών παιδιών και στο 12% των παιδιών με σοβαρή σκολίωση. Μια δεύτερη ανάλυση σε μια ξεχωριστή ομάδα 1.095 υγιών παιδιών και 841 παιδιών με σοβαρή έως μέτρια σκολίωση επίσης έδειξε ότι τα δεύτερα είχαν διπλάσιες πιθανότητες να είναι φορείς της μετάλλαξης.

Όταν οι ερευνητές εξέτασαν πειραματόζωα με ελλειμματικό SLC39A8, τα ψάρια ανέπτυξαν με κινητικότητα αλλά και σκελετικές ανωμαλίες, όπως κυρτώσεις στις σπονδυλικές τους στήλες.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το γονίδιο SLC39A8 δεν έχει μελετηθεί εκτενώς μέχρι σήμερα. Πάντως υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι βοηθά τα κύτταρα να απορροφούν ιχνοστοιχεία, όπως ο σίδηρος, το μαγγάνιο και ο ψευδάργυρος.

Στην παρούσα έρευνα προέκυψε ότι, τα ανθρώπινα κύτταρα με τη γενετική μετάλλαξη μπορούσαν να απορροφήσουν ψευδάργυρο και σίδηρο, όχι όμως μαγγάνιο. Επίσης, ανακάλυψαν οι επιστήμονες ότι τα παιδιά-φορείς της γενετικής μετάλλαξης είχαν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα μαγγανίου στο αίμα τους, συγκριτικά με τα παιδιά που είχαν μια πιο συχνή μορφή της.

Οι ερευνητές διευκρινίζουν ότι τα παιδιά με τη γενετική μετάλλαξη δεν είχαν ανεπάρκεια μαγγανίου πάντως, αλλά δεν μπορούσαν να το χρησιμοποιήσουν επαρκώς. Συνεπώς, οι σκέψεις για χρήση συμπληρώματος μαγγανίου θα πρέπει να γίνουν με προσοχή αφού πρόκειται για ιχνοστοιχείο σημαντικό αλλά και τοξικό ταυτόχρονα.

Οι υψηλές δόσεις μαγγανίου, μπορούν να προκαλέσουν μαγγανισμό, μια μόνιμη νευρολογική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από τρόμο και δυσκολία στο βάδισμα, καθώς και ψυχιατρικά συμπτώματα όπως η επιθετικότητα και οι παραισθήσεις. Επίσης, το μαγγάνιο έχει σχετιστεί με τη νόσο Πάρκινσον, τη σχιζοφρένεια και την υπέρταση. Η ανεπάρκεια του απ’ την άλλη αν και σπάνια στον ανθρώπινο οργανισμό έχει φανεί να σχετίζεται με προβλήματα μεταβολισμού λιπαρών και σακχάρων, εξασθενημένη ανάπτυξη, δυσκολία στη βάδιση και κύρτωση της σπονδυλικής στήλης σε ζωικά μοντέλα. της Μαίρης Μπιμπή