Σύμφωνα με πρόσφατη ελληνική επιδημιολογική μελέτη, το 70% των μαθητών Δημοτικού θα κολλήσουν, έστω και μία φορά στη ζωή τους, ψείρες από τους συμμαθητές τους. Παλαιότερα, υπήρχε η αντίληψη ότι οι ψείρες «προτιμούν» τα πιο βρόμικα παιδικά κεφαλάκια από τα καθαρά. Μέγα λάθος, γιατί, στην πραγματικότητα, ακόμα και ο πιο καθαρός άνθρωπος στον κόσμο μπορεί να βρεθεί αντιμέτωπος με το πρόβλημα, που σε καμιά περίπτωση δεν είναι μόνο παιδική υπόθεση. Απλώς, στα παιδιά η μόλυνση εμφανίζεται συχνότερα, επειδή έχουν πιο στενές επαφές μεταξύ τους. 
Πως μεταδίδονται; 
Η ψείρα είναι ένα μικροσκοπικό έντομο, με τρία ζευγάρια ποδιών, που το τελείωμά τους μοιάζει με αγκίστρι, ώστε να προσκολλάται με αυτά στο στέλεχος της τρίχας. Τρέφεται με αίμα, ενώ εναποθέτει τα αυγά της πάνω στην τρίχα και πολύ κοντά στο κρανίο. Ζει κατά μέσο όρο 40 ημέρες και κατά τη διάρκεια της ζωής της κάθε θηλυκή ψείρα γεννά περίπου 300 αυγά, που λέγονται κόνιδες. Οι κόνιδες, με τη σειρά τους, εκκολάπτονται σε περίπου 8-10 ημέρες και «ενηλικιώνονται» σε άλλες 10-12 ημέρες. Οι ψείρες μεταδίδονται μόνο μεταξύ ανθρώπων και η παρουσία τους είναι πιο συχνή σε ηλικίες 5-12 ετών. Οι ενήλικες ψείρες θα αναπαραχθούν παράγοντας κόνιδες, με αποτέλεσμα να επαναλαμβάνεται ο ίδιος κύκλος ζωής κάθε 20 ημέρες περίπου. Μην περιμένετε μια ψείρα να εγκαταλείψει ποτέ από μόνη της το κεφάλι στο οποίο έχει εγκατασταθεί, διότι εκεί βρίσκει καταφύγιο, τροφή, ζέστη και υγρασία. Κάθε 3-5 ώρες, ανακουφίζει την πείνα της με αίμα -όπως τα κουνούπια-, γεγονός που ευθύνεται για την έντονη φαγούρα που παρουσιάζεται. Είναι, όμως, εξαιρετικά ευαίσθητες μακριά από το «καταφύγιό» τους και, όταν αυτό συμβεί, γρήγορα καταλήγουν στο θάνατο.
Έχει σίγουρα ψείρες;
Παρατηρείτε το παιδί σας και βλέπετε ότι ξύνει συνέχεια το κεφάλι του; Εξετάστε το από κοντά με ένα μεγεθυντικό φακό, για να είστε σίγουροι. Η διάγνωση της φθειρίασης δεν είναι απλή υπόθεση. Θεωρείται βέβαιη μόνον εφόσον παρατηρήσετε έστω και μία ζωντανή ψείρα. Συχνάζουν στην περιοχή πίσω από τα αυτιά ή στο πίσω μέρος του τριχωτού, κοντά στο δέρμα του αυχένα. Η υποψία και μόνο παρουσίας κόνιδας δεν σημαίνει ότι το παιδί έχει ψείρες, και γι’ αυτό δεν είναι σωστό να χορηγείται θεραπεία σε αυτή την περίπτωση. Εξάλλου, μορφή κόνιδας μπορεί να έχει και η πιτυρίδα. 
Τελικά, είναι ψείρες. Και τώρα;
Ο καλύτερος τρόπος για να αποφύγετε τις ψείρες είναι να ακολουθήσετε προληπτικά μια «ρουτίνα», ώστε ακόμη κι αν έρθουν σε επαφή τα παιδιά σας με άλλα παιδάκια που έχουν ψείρες, να μην κολλήσουν. Η μετάδοση της ψείρας πραγματοποιείται μέσω επαφής ενός μολυσμένου κεφαλιού με ένα υγιές, γι’ αυτό και θα πρέπει να κρατάτε τα παιδιά σας μακριά από άτομα που έχουν ήδη μολυνθεί. Για να το πετύχετε αυτό, καλό θα είναι να μάθετε στο παιδί σας να φοράει μόνο δικά του καπέλα και να χρησιμοποιεί μόνο τις δικές του χτένες, κορδέλες για τα μαλλιά ή πετσέτες. Επιπλέον, ιδιαίτερα σημαντικός είναι ο τακτικός έλεγχος, τόσο από τους ανθρώπους του σχολείου όσο και από εσάς. Εξετάστε το παιδί σας για πιθανή μόλυνση, χρησιμοποιώντας ένα ειδικό χτενάκι με το οποίο θα χτενίσετε τα μαλλιά από τη ρίζα προς τις άκρες. Ελέγχετε σχολαστικά όλο το τριχωτό της κεφαλής. Για να διευκολύνετε τη διέλευση της χτένας μεταξύ των τριχών χωρίς να προκαλείτε πόνο και «σπάσιμο» της τρίχας, μπορείτε προηγουμένως να εφαρμόσετε στα στεγνά μαλλιά ένα κοινό μαλακτικό, ενώ θα πρέπει το χτένισμα να γίνεται τμηματικά σε όλο το τριχωτό. Χωρίστε, δηλαδή, σε τμήματα τα μαλλιά και χτενίστε κάθε τμήμα τουλάχιστον τρεις φορές. Κάθε φορά σκουπίστε με ένα χαρτομάντιλο το μαλακτικό που απομακρύνεται με τη χτένα. Τέλος, ξεπλύνετε όλο το κεφάλι με ζεστό νερό.
Η κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή
Στο εμπόριο κυκλοφορούν πολλά σκευάσματα για την αντιμετώπιση των φθειρών, άλλα με βάση φαρμακευτικές ουσίες (όπως οι γνωστές για την αντιφθειρική τους δράση πυρεθρίνες) και άλλα με μη φαρμακευτικά (συνήθως φυτικά) συστατικά. Τέτοιου είδους προϊόντα υπάρχουν σε διάφορες μορφές (σαμπουάν, λοσιόν, σπρέι) και συνήθως χρησιμοποιούνται συνδυαστικά, ενώ κάποια μπορούν να εφαρμοστούν και προληπτικά. Εξίσου αποτελεσματική είναι και η χρήση της βενζυλικής αλκοόλης 5% σε λοσιόν. Τα σκευάσματα αυτά χρησιμοποιούνται κάθε επτά με δέκα ημέρες, όσος δηλαδή είναι ο χρόνος που χρειάζονται οι κόνιδες για να ωριμάσουν και να εκκολαφθούν. Έτσι, εάν, παρά τις προφυλάξεις, κάποια ξεφύγει από τον έλεγχό σας, θα την έχετε τουλάχιστον «απενεργοποιήσει».
Με τη συνεργασία του Κώστα Καρκαβίτσα (παιδοδερματολόγος).