Σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου του Οκλαντ στη Νέα Ζηλανδία, το τζελ δεξτρόζης, ένα στοματικό τζελ γλυκόζης, είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό στη θεραπεία της νεογνικής υπογλυκαιμίας, μια κατάσταση κατά την οποία το νεογνό παρουσιάζει χαμηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα μετά τη γέννα. Κύριες αιτίες της νεογνικής υπογλυκαιμίας είναι ο διαβήτης κύησης, η πρόωρη γέννα και το χαμηλό βάρος γέννησης. Σύμφωνα με τους επιστήμονες, αν δεν χορηγηθεί θεραπεία, τα χαμηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα επηρεάζουν αρνητικά τη νοητική λειτουργία του νεογνού, και απειλούν ακόμα και τη ζωή του προκαλώντας εγκεφαλικά και καρδιακά επεισόδια. Το πρόβλημα αντιμετωπίζεται με τη χορήγηση επιπλέον μητρικού και βρεφικού γάλακτος, ωστόσο σε ορισμένες περιπτώσεις η θεραπεία δεν αποδίδει και τα νεογέννητα εισάγονται στη μονάδα εντατικής θεραπείας όπου τους χορηγείται ενδοφλέβια γλυκόζη. Στη μελέτη συμμετείχαν 514 πρόωρα μωρά που γεννήθηκαν στην μαιευτική κλινική Waikato Women’s Hospital, στο Χάμιλτον, στη Νέα Ζηλανδία. Τα μωρά γεννήθηκαν στις 35 εβδομάδες κύησης και ήταν δυο ημερών. Από τα 514 τα 242 εμφάνισαν υπογλυκαιμία. Όπως διαπίστωσαν οι επιστήμονες, τα μωρά στα οποία χορηγήθηκε το τζελ γλυκόζης δεν χρειάστηκε να εισαχθούν στη μονάδα εντατικής θεραπείας ή να συμπληρώσουν τη διατροφή τους με συσκευασμένο βρεφικό γάλα. «Στο παρελθόν τα μωρά με υπογλυκαιμία λάμβαναν γάλα με το μπιμπερό τις πρώτες ώρες μετά τη γέννησή τους και αν αυτό δεν είχε αποτέλεσμα τότε εισάγονταν στη μονάδα εντατικής θεραπείας», δήλωσε η επικεφαλής της μελέτης, Δρ. Jane Harding. «Το τζελ δεξτρόζης βελτιώνει τον ρυθμό του θηλασμού κάτι που πιθανότατα συμβαίνει επειδή τα μωρά μένουν με τις μητέρες τους και δεν πίνουν γάλα με μπιμπερό από τις πρώτες ώρες για να αντιμετωπιστεί η υπογλυκαιμία», προσέθεσε η καθηγήτρια. Στη μελέτη τους, που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση The Lancet, οι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι το τζελ γλυκόζης είναι ασφαλές, οικονομικό και πιο αποτελεσματικό συγκριτικά με τη μέθοδο που ακολουθείται για τη χορήγηση μεγαλύτερης ποσότητας γάλακτος.