Το ιστορικό της μητρότητας της γυναίκας μπορεί να προβλέψει τον ατομικό κίνδυνο εκδήλωσης νόσου Αλτσχάιμερ, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Neurology.

Επιστημονική ομάδα του Εθνικού Ινστιτούτου για την Άνοια της Νότιας Κορέας, με επικεφαλής τον Δρ Κι Γοονγκ Κιμ εξέτασε στοιχεία από δύο μελέτες που είχαν γίνει, η μια στη χώρα του και η άλλη στην Ελλάδα, με έμφαση στο ιστορικό κυήσεων και την απαρχή της νόσου Αλτσχάιμερ σε σχεδόν 3.550 ηλικιωμένες γυναίκες.

«Παρατηρήσαμε ότι οι γυναίκες που είχαν γεννήσεις πέντε ή περισσότερα παιδιά είχαν πάνω από 70% πιθανότητες να εκδηλώσουν νόσο Αλτσχάιμερ, συγκριτικά με γυναίκες που είχαν γεννήσει λιγότερα παιδιά», εξηγεί ο Δρ Κιμ.

Αν και ο συσχετισμός δεν είναι καινούριος οι ερευνητές εντυπωσιάστηκαν από ένα επιπλέον στοιχείο, ότι μια ατελής κύηση μείωνε κατά 50% τον κίνδυνο νόσου Αλτσχάιμερ, συγκριτικά με τις γυναίκες που δεν είχαν ποτέ αποβάλλει ή είχαν υποβληθεί σε ιατρικώς υποβοηθούμενη διακοπή κύησης.

Συγκεκριμένα, οι συμμετέχουσες και στις δύο μελέτες ήταν 71 ετών και είχαν γεννήσει για πρώτη φορά πριν 46 χρόνια. Καμιά δεν είχαν υποβληθεί σε θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης ή σε υστερεκτομή ή εκτομή των ωοθηκών τους.

Η γνωστική αξιολόγηση τους έδειξε ότι 118 γυναίκες είχαν νόσο Αλτσχάιμερ, ενώ σχεδόν 900 είχαν ήπια γνωστική εξασθένηση.

Μετά τη σύγκριση του ιστορικού κυήσεων έναντι του γνωστικού ιστορικού, οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι ο κίνδυνος νόσου Αλτσχάιμερ ήταν 68% μεγαλύτερος στις γυναίκες με πέντε ή περισσότερα παιδιά.

Από τις 2.571 γυναίκες που είχαν αποκτήσει λιγότερα από πέντε παιδιά, μόλις 53 (λιγότερο δηλαδή από το 2%) εκδήλωσαν νόσο Αλτσχάιμερ, συγκριτικά με 59 από τις 716 (8%) που είχαν γεννήσει πέντε ή και περισσότερα παιδιά.

Ο κίνδυνος νόσου Αλτσχάιμερ ήταν σημαντικά χαμηλότερος, όπως προαναφέρθηκε, στις γυναίκες που είχαν ιστορικό αποβολής ή ιατρικώς υποβοηθούμενης διακοπής κύησης. Ενώ 71 από τις σχεδόν 1.200 γυναίκες (6%) χωρίς ατελή κύηση είχαν εκδηλώσει νόσο Αλτσχάιμερ, το ποσοστό έπεφτε στο 2% (47 από τις σχεδόν 2.400) σε αυτές με ατελή κύηση.

Αν και η μελέτη δεν εδραιώνει άμεση αιτιολογική σχέση, ο Δρ Κιμ πιστεύει ότι οι διακυμάνσεις στα οιστρογόνα κατά την κύηση παίζουν κάποιο ρόλο στον συσχετισμό.

Τα οιστρογόνα, σύμφωνα με τον ίδιο, διπλασιάζονται έως την όγδοη εβδομάδα της κύησης και τελικά φτάνουν σε επίπεδα έως και 40 φορές υψηλότερα, συγκριτικά με πριν την εγκυμοσύνη. Μετά τον τοκετό μειώνονται απότομα.

Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι τα υψηλότερα επίπεδα οιστρογόνων μπορεί να προσφέρουν κάποιους είδους άμυνα έναντι της συσσώρευσης πλακών β-αμυλοειδούς στον εγκέφαλο, το χαρακτηριστικό εύρημα στους εγκεφάλους των πασχόντων από νόσο Αλτσχάιμερ.