Η μακροπρόθεσμη προστασία από τον νέο κοροναϊό  – τουλάχιστον για ένα έτος – είναι δυνατή, όπως δείχνουν ολοένα και περισσότερες επιστημονικές έρευνες που μελετούν είτε τα αντισώματα, είτε την κυτταρική ανοσία «μνήμης», ενώ πρόσφατη ανακάλυψη αφήνει ελπίδες για μια «δεύτερη γραμμή άμυνας», από κύτταρα πλάσματος από τον μυελό των οστών.

Μετρήσεις δείχνουν ότι τα αντισώματα μπορεί να διαρκούν μέχρι και 11 μήνες μετά τη μόλυνση, ενώ παράλληλα μακροπρόθεσμη είναι και η κυτταρική ανοσία, δηλαδή η ανοσία «μνήμης» που παρέχουν τα Β και τα Τ λεμφοκύτταρα.

Τα αντισώματα

Παρότι τα αντισώματα σε όσους προσβάλλονται από την covid -19 δείχνουν να μειώνονται αισθητά σε διάστημα 4-7 μηνών από τη νόσηση, εντούτοις ακόμη κι αν ο ασθενής έχει νοσήσει ελαφρά, τα αντισώματα συνεχίζουν να ανιχνεύονται και μετά από 11 μήνες, ανεξάρτητα από την ποσότητά τους.

Επιπλέον όμως, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, διαπίστωσαν ότι κύτταρα πλάσματος από μυελό των οστών είναι ανιχνεύσιμα, παρότι παραμένουν σε «ύπνωση». Η ύπαρξή τους, δείχνει ότι αποτελούν μέρος ενός μηχανισμού που ζει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Δηλαδή, άνθρωποι που έχουν αναρρώσει από τον ιό, έχουν  Β κύτταρα μνήμης που κυκλοφορούν στον οργανισμό τους και μπορούν να αντιμετωπίσουν την πρωτεΐνη – ακίδα, επιτρέποντάς μας να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ακόμη κι αν η νόσηση ήταν ελαφρά ή μέτρια, η προστασία παραμένει, καθώς η προσβολή από τον ιό προκαλεί μια μακροπρόθεσμη προστασία.

Συγκεκριμένα, οι ερευνητές, σύμφωνα με τη δημοσίευσή τους στο επιστημονικό περιοδικό Nature,  μέτρησαν το πλάσμα σε 77 ασθενείς που είχαν αναρρώσει, ύστερα από μόλυνση που είχε προκαλέσει ήπια ή μέτρια νόσο.

 

Τα αντισώματα ξεκίνησαν να μειώνονται σημαντικά ως τους 4 μήνες και με βραδύτερους ρυθμούς μέχρι τους 7-8 μήνες. Η έρευνα εστιάστηκε στη συνέχεια στην την ανοσία μετά τους 7 μήνες, οπότε έγινε συλλογή κυττάρων από τον μυελό των οστών σε 19 ασθενείς που είχαν αναρρώσει, καθώς επίσης και σε 11 υγιείς που δεν είχαν εκτεθεί στον ιό, ούτε είχαν κάνει εμβόλιο.

Στους 15 και στους 9 από τους συνολικά 19 ασθενείς που είχαν εκτεθεί στον ιό, διαπιστώθηκαν κύτταρα πλάσματος του μυελού των οστών που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν αντίστοιχα αντισώματα IgG και IgA εναντίον της πρωτεΐνης – ακίδας, τα οποία δεν ανιχνεύθηκαν σε κανέναν από τους υγιείς εθελοντές που μετείχαν στη μελέτη ως ομάδα ελέγχου.

Μάλιστα τα κύτταρα αυτά, παρέμειναν σταθερά, από τους 7 ως τους 11 μήνες που ελέγχονταν οι ασθενείς συμμετέχοντες στη μελέτη.

Παρόλα αυτά, τα κύτταρα αυτά δεν ανιχνεύθηκαν σε 4 από τους 19 ασθενείς, αφήνοντας υπόνοιες στους ερευνητές, ότι μπορεί να υπάρχουν σε πολύ χαμηλά μη ανιχνεύσιμα επίπεδα, δημιουργώντας την ανάγκη για συνέχιση των ερευνών.

Δεύτερη γραμμή άμυνας

Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι κύτταρα πλάσματος από μυελό των οστών που ζουν μακροπρόθεσμα, παρέχουν στον ασθενή προστατευτικά αντισώματα και ισχυρή προστασία από το ανοσοποιητικό του. Για την ακρίβεια, τα Β κύτταρα μνήμης μπορούν να διαφοροποιηθούν σε κύτταρα που παράγουν αντισώματα στην περίπτωση νέας έκθεσης στον ιό, παρέχοντας έτσι μια δεύτερη γραμμή άμυνας στον οργανισμό.

Κυτταρική ανοσία

Άλλη μελέτη, που αναρτήθηκε στο biorxiv ως προδημοσίευση από το Πανεπιστήμιο Ροκφέλερ της Νέας Υόρκης, επιβεβαιώνει την ύπαρξη Τ-κυττάρων μνήμης μετά τη νόσηση από τον νέο κοροναϊό, τα οποία παρέχουν ευρεία ανοσοαντίδραση και υψηλή λειτουργικότητα, ακόμη και έξι μήνες μετά τη μόλυνση.

Επιπλέον, διαπίστωσαν ότι η αντίδραση στον ιό, παραμένει και μέσω των κυττάρων CD4 και CD8.

Οι ερευνητές εδώ, προχώρησαν στον έλεγχο της κυτταρικής ανοσίας σε 41 άτομα που εμφάνισαν μέτρια ή σοβαρή νόσο από SARS-COV-2, μετά την πάροδο 1,3 μηνών και 6,1 μηνών.

Προσεκτική ανάλυση αποκάλυψε ανταπόκριση των Τ- κυττάρων που εκτεινόταν από μη ανιχνεύσιμα μέχρι ισχυρά CD8 κύτταρα και ενεργοποίηση και αναπαραγωγή CD4 κυττάρων. Οι ερευνητές επιβεβαίωσαν επίσης διασταυρούμενη ανοσία από την προηγούμενη προσβολή των συγκεκριμένων ασθενών από τους άλλους γνωστούς κοροναϊούς, αφήνοντας υπόνοια για ηπιότερη νόσηση, ακριβώς εξαιτίας αυτής της διασταυρούμενης ανοσίας.