«Μητέρα τροφός και τόπος ιερός, «ἕδος πάντων ἀσφαλές αἰεί», η «εὐρύστερνος γαῖα», η γη, από τους αρχαίους ήδη χρόνους θεοποιήθηκε και τιμήθηκε ως κάτι σεμνό, ανώτερο και απαραβίαστο, πολύ περισσότερο ως «διδάσκαλος» και αρωγός ζωής για κάθε έννοια ύπαρξης».

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος, η δόκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών, διδάσκουσα στο ECI-European Communication Institute, φιλόλογος, Αγγελική Κομποχόλη, μέσα από την ιστορία και τους μύθους, αλλά κυρίως, μέσα από τη βαθιά γνώση της για την αρχαία ελληνική γραμματεία, περιγράφει με γλαφυρό τρόπο στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων τη σχέση των αρχαίων Ελλήνων με τη φύση:

 

«Στους ήχους της ο άνθρωπος απομόνωσε τους φθόγγους του κι έφτιαξε την φωνή του, στα χρώματα και τις γεύσεις της αναβάθμισε τις αισθήσεις του κι απόλαυσε την υλικότητά του, στους αέναους κύκλους των εποχών της στήριξε τις ελπίδες του και οραματίστηκε την αιωνιότητά του: τίποτε σε αυτήν την φύση δεν χάνεται, τίποτε δεν καταργείται, τα πάντα -σε περιοδική ανακύκληση- ρέουν και αναγεννιούνται με σύμμετρη γεωμετρία στην πολλαπλότητα των μορφών τους» λέει.

Και συνεχίζει:

 

«Είναι η προστατευτική «Οἰκουμένη», το αλάθητο δομικό πλαίσιο κυοφορίας κι επίτευξης, το θαύμα της δημιουργίας, το «ὅσιον» δέος. Γεννά την αγάπη και γίνεται η Αρχή των όντων συνενώνοντας επάνω της τις λατρείες των θεοτήτων, των θηλυκών αρχικά. Είναι η Τηθύς, η μητέρα των νερών και των απειράριθμων ποτάμιων θεοτήτων, η Ρέα, η θεά της γονιμότητας και της ευφορίας, η Ήρα, η θεά της σύζευξης, η Μαία, η ωραιότερη των Πλειάδων, η Νύμφη που ο χορός της φέρνει την βροχή, η Δήμητρα, η θεά του θερισμού και της καλλιέργειας, η «Ἑστία», η θέα του οίκου (και μεταφορικά της γης), η «καλλιγένεια», η «χλοόμορφος», η αειθαλής δύναμη.

Τα χώματά της δωρίζουν απλόχερα τους καρπούς της και γεννούν την ανταποδοτική ευγνωμοσύνη στις ονομασίες που τους δίνονται: Είναι η «ἔρα (και «ἐρᾶν, τό ἐπιθυμεῖν», που «πρῶτον ἀπό τῆς γῆς ἐλέχθη») η «ἀμμάς», η ποθητή, η αρχέγονη, υλική μάνα, η «φερέσβιος», αυτή που συντηρεί τη ζωή η «δαῖα», η γη που ακριβοδίκαια προσφέρει την συγκομιδή της -από το πανάρχαιο εκείνο ομηρικό «δαίω», ρήμα που σημαίνει μοιράζω, από όπου και οι μεταγενέστεροι τύποι «δᾶ», «δῆ», αλλά και «δᾶμος», «δῆμος», με τον άνθρωπο να γίνεται μαθητής της και να εμπεδώνει τα μαθήματα δημοκρατίας που πρώτη αυτή του διδάσκει».

Για τους αρχαίους Έλληνες, όπως αναφέρει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, με το μοναδικό της τρόπο η κ. Κομποχόλη, «όπως η φύση παρέχει κοινή σε όλους κι ελεύθερη την τροφή, άρα και την ζωή, με τον ίδιο τρόπο ο άνθρωπος μετέχει στα διδάγματά της, όταν αγωνίζεται να διασφαλίσει την ισότητα στην λήψη κάθε έννοιας αγαθού. Για κάθε ύπαρξη.

 

Αυτό και το «κατά φύσιν ζῆν» ως αίτημα της αρχαίας ελληνικής σκέψης, αυτό και το περιεχόμενο της αρχαίας οικολογικής συνείδησης, περισσότερο από ποτέ επίκαιρο και αναγκαίο στις ημέρες μας. Πουθενά δεν επιτρέπεται η άκριτη παρέμβαση, αν αυτή δεν υπαγορεύεται από επιτακτικούς όρους βιωσιμότητας. «Φυτόν ἥμερον, μήτε φθίνειν μήτε σίνεσθαι, μηδέ ζῶον, ὅ μή βλάπτει ἀνθρώπους», συμβουλεύει ρητά ο Πυθαγόρας, ενώ η αρχαία ιστορία του Ερυσίχθονα, ο οποίος δενδροτομώντας το αρχαίο άλσος της Δήμητρας δέχεται την αυστηρή τιμωρία της θεάς, επικυρώνει μυθολογικά την παραπάνω άποψη. Η φύση ως ζωντανός θεϊκός οργανισμός πρέπει να γίνεται σεβαστή και να φυλάσσεται: «Ἄσθετο Δαμάτηρ, ὅτι ξύλον ἱερόν ἄλγει, εἶπε δέ χωσαμένα: τίς μοι καλά δένδρεα κόπτει;»».

«Στην ίδια λογική», συνεχίζει η καθηγήτρια, «τα ποτάμια, οι λίμνες, οι πηγές, όλα τα υδάτινα νάματα κατοικούνται από Νύμφες κι έτσι ιεροποιούνται, ακριβώς για να αποφευχθεί κάθε ενδεχόμενη, μελλοντική, απειλή μόλυνσης . Ο αγροτικός Ησιόδος στο έργο του «Ἕργα καί Ἡμέραι» συμβουλεύει τους ανθρώπους να μην ρυπαίνουν τα ποτάμια και να τα προστατεύουν, γιατί «με βόρβορο αν μιάνεις το νερό δεν θα βρεις να πιείς», ενώ ο Σκάμανδρος, ποτάμιος θεός στην Τρωάδα, θυμώνει και ορμά να πνίξει τον Αχιλλέα, όταν ο τελευταίος, μέσα στην εκδικητική του μανία, γεμίζει τον ποταμό με κουφάρια νεκρών και αίματα εμποδίζοντας την ροή των υδάτων του στην θάλασσα».

Όπως επισημαίνει η δρ Κομποχόλη, «ανάλογες απαγορεύσεις ισχύουν και για την ηχορρύπανση και η προφορική παράδοση μαρτυρεί πως ο θεός Παν τιμωρεί αυστηρότατα τους «συρίζοντας ἤ αὐλοῦντας κατά τήν μεσημβρίαν ὡς ταράττοντας τόν μεσημβρινόν ὕπνον».

 

Στον θεό Πάνα, θεό του σύμπαντος και της ολότητας, αλλά και της γενετικής δύναμης της ζωής, στην αρσενική εκπόρευσή της, προσεύχεται και ο Σωκράτης στις όχθες του Ιλισσού ποταμού, κάτω από έναν πλάτανο, ιερό δέντρο του θεού, ζητώντας ηθική βελτίωση κι εσωτερική γαλήνη . Εδώ η δύναμη και η σταθερότητα του δένδρου, βαθιά ριζωμένου στη γη, καθαγιασμένου από τη θεϊκή συμμετοχή, γίνεται συνυποδηλωτικά ο στυλοβάτης στη σκέψη που αναπέμπει αίτημα».

Σύμφωνα με τη δρα Κομποχόλη: «Η έμψυχη θεώρηση των πάντων, ιδίως των ζώων και των φυτών, και η συμβολική σύνδεσή τους με τη λατρεία των θεών, σύνδεση που διατρέχει την αρχαία ελληνική σκέψη, αναδεικνύουν μία έξοχη οικολογική συνείδηση (και συμπεριφορά), που προσδιορίζει γόνιμα την σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον του».

«Η ύπαρξή μας δεν πρέπει να νοείται ανθρωποκεντρικά, καθώς «πᾶν ὅτιπερ ἄν μετάσχῃ τοῦ ζῆν», αποκτά ισοδύναμη αξία, «ζῷον μέν ἄν ἐν δίκῃ λέγοιτο ὀρθότατα», και ύστερα τον «κόσμον πλήρη δαιμόνων εἶναι», ο κόσμος δηλαδή κυριαρχείται από την θεϊκότητα» καταλήγει η κ. Κομποχόλη.

(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)