Τα παιδιά που έως την ηλικία των δύο ετών αρρώστησαν από σοβαρή λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού, όπως πνευμονία ή βρογχίτιδα, έχουν σχεδόν διπλάσιο κίνδυνο να πεθάνουν πρόωρα ως ενήλικες από αναπνευστικές παθήσεις, δείχνει μια νέα βρετανική επιστημονική έρευνα, η πρώτη του είδους της σε τόσο μεγάλο βάθος χρόνου (οκτώ δεκαετίες).

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον δρ Τζέιμς Άλινσον του Κολλεγίου Imperial του Λονδίνου, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet», ανέλυσαν στοιχεία για 3.589 ανθρώπους, από τους οποίους ο ένας στους τέσσερις (ποσοστό 25%) είχαν υποστεί λοίμωξη του κατώτερου αναπνευστικού έως τα δύο τους έτη. Σχεδόν ο ένας στους πέντε από τους συμμετέχοντες (674 ή το 19%) είχαν πεθάνει πρόωρα πριν τα 73 τους και, από αυτούς, στο 8% η αιτία του θανάτου ήταν κάποια αναπνευστική πάθηση, κυρίως ΧΑΠ (Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια).

 

Διαβάστε επίσης: Παιδιά: Επικίνδυνα εκτεθειμένα στη διαδικτυακή αποπλάνηση και τον εκφοβισμό

Τι έδειξε η μελέτη

Διαπιστώθηκε ότι όσοι είχαν περάσει σοβαρή αναπνευστική λοίμωξη ως μικρά παιδιά, είχαν 93% μεγαλύτερη πιθανότητα πρόωρου θανάτου ως ενήλικες. Η ομάδα αυτή είχε 2,2% ποσοστό πρόωρων θανάτων από αναπνευστική πάθηση, έναντι 1,1% της ομάδας που δεν είχε περάσει παιδική σοβαρή αναπνευστική λοίμωξη.

Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι η πρώιμη αναπνευστική λοίμωξη στα παιδιά σχετίζεται μόνο με κατοπινό αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου από παθήσεις των πνευμόνων και όχι από άλλες αιτίες όπως καρδιοπάθεια ή καρκίνους. Ακόμη τόνισαν ότι τα ευρήματα δείχνουν πως καταρρίπτεται η εσφαλμένη άποψη ότι η πρόωρη θνησιμότητα των ενηλίκων από αναπνευστικές παθήσεις σχετίζεται μόνο με το κάπνισμα.

«Τα νέα στοιχεία που αναδεικνύουν την πρώιμη προέλευση αρκετών χρόνιων παθήσεων των ενηλίκων, βοηθούν να καταρριφθεί το στίγμα ότι δήθεν όλοι οι θάνατοι από παθήσεις όπως η ΧΑΠ σχετίζονται με παράγοντες του τρόπου ζωής», δήλωσε ο δρ Άλινσον.

Οι χρόνιες αναπνευστικές παθήσεις (με συχνότερη τη ΧΑΠ) συνιστούν μείζον πρόβλημα δημόσιας υγείας, καθώς εκτιμάται ότι αποτελούν την αιτία για σχεδόν 4 εκατομμύρια θανάτους ετησίως ή περίπου το 7% των συνολικών θανάτων παγκοσμίως.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ