Κάθε γονιός θέλει το παιδί του να είναι χαρούμενο και να βαδίζει με αυτοπεποίθηση. Αλλά σε έναν κόσμο όπου το άγχος και η πίεση των social media αυξάνονται συνεχώς, το ερώτημα δεν είναι απλώς «πώς να βοηθήσω το παιδί μου», αλλά «πώς μπορώ να γίνω ο γονιός στον οποίο το παιδί μου θα αισθάνεται ασφαλές να στραφεί, ό,τι κι αν συμβεί».
Ο πιο σημαντικός παράγοντας για την ψυχική υγεία ενός παιδιού είναι η ύπαρξη σταθερών, υποστηρικτικών, γεμάτων αγάπη σχέσεων με ενήλικες που νοιάζονται. Όμως, ως γονείς, είμαστε πραγματικά τόσο υποστηρικτικοί και στοργικοί όσο νομίζουμε;
Όταν το παιδί σας βιώνει ένα έντονο συναίσθημα, πώς αντιδράτε; Νιώθει ασφαλές να μιλήσει χωρίς το φόβο της κριτικής, της απόρριψης ή της τιμωρίας;
Οι ειδικοί ονομάζουν αυτή τη δυνατότητα ειλικρινούς και ασφαλούς σύνδεσης μεταξύ γονέα και παιδιού «συναισθηματικό συγχρονισμό» ή «οικογενειακή εναρμόνιση». Και είναι κρίσιμο όχι μόνο για την ψυχική ευημερία, αλλά και για την ανάπτυξη του εγκεφάλου και του σώματος του παιδιού.
Αυτή τη στιγμή, πολλοί γονείς είναι τόσο στρεσαρισμένοι τις περισσότερες ημέρες που δυσκολεύονται περισσότερο από ποτέ να ανταπεξέλθουν. Είναι αναγκαίο όμως να συνειδητοποιήσουμε πως για να έχουμε «χώρο» για το παιδί μας όταν έρθει σε εμάς με ένα πρόβλημα, θα πρέπει να ξεκινήσουμε κάνοντας αλλαγές πρώτα μέσα μας…
Διαβάστε επίσης: Αναγνωρίστε την «κοινωνική μπαταρία» του παιδιού σας πριν… αδειάσει!
Γιατί η οικογενειακή σύνδεση είναι τόσο σημαντική
Σε πρόσφατη μελέτη, οι ερευνητές αναζήτησαν παράγοντες που προβλέπουν αν ένα παιδί θα ευημερήσει. Το βασικό ερώτημα που έθεσαν στους γονείς ήταν:
«Μπορείτε να μιλάτε με το παιδί σας για όσα έχουν πραγματικά σημασία για εσάς;»
Τα ευρήματα ήταν εντυπωσιακά:
- Τα παιδιά των οποίων οι γονείς δήλωσαν ότι μπορούν πολύ εύκολα να τους μιλήσουν για δύσκολα θέματα, είχαν 12 φορές περισσότερες πιθανότητες να ευημερήσουν.
- Ακόμα και όταν ένα παιδί μπορεί έστω και περιστασιακά να στραφεί στον γονέα του, οι πιθανότητες να τα πάει καλά είναι σχεδόν τετραπλάσιες σε σχέση με εκείνα που δεν μπορούν να μιλήσουν άνετα στους γονείς τους.
- Τα κορίτσια που μπορούν να εκφράσουν στους γονείς τους συναισθήματα όπως φόβο, θυμό ή ανησυχία, έχουν πολύ μικρότερες πιθανότητες να εμφανίσουν άγχος, κατάθλιψη ή προβλήματα συμπεριφοράς.
Αυτά τα αποτελέσματα ισχύουν ακόμα και για παιδιά που μεγαλώνουν σε δύσκολες συνθήκες (π.χ. φτώχεια, χρόνιες ασθένειες). Όταν η οικογένεια μιλάει συχνά, συνεργάζεται για την επίλυση προβλημάτων, εστιάζει στην ελπίδα και στις δυνάμεις της, τότε τα παιδιά είναι τρεις με τέσσερις φορές πιο πιθανό να ανθίσουν.
Παιδί: Πώς οι οικογενειακές συζητήσεις ενισχύουν την ψυχική υγεία
Τα παιδιά που νιώθουν ότι έχουν την υποστήριξη των γονιών τους παρουσιάζουν χαμηλότερα επίπεδα στρες και φλεγμονής στον οργανισμό — παράγοντες που σχετίζονται με την κατάθλιψη και άλλα προβλήματα υγείας. 
Από τη γέννησή τους, ο εγκέφαλος των παιδιών συνεχώς διερωτάται και κάνει αξιολογήσεις: «Είμαι ασφαλής; Ανήκω κάπου;». Αυτή η συνεχής αλληλεπίδραση μεταξύ εγκεφάλου και περιβάλλοντος διαμορφώνει το πώς τα παιδιά θα ανταποκρίνονται στο άγχος για το υπόλοιπο της ζωής τους.
Όταν οι γονείς διαχειρίζονται ανοιχτά τα δικά τους συναισθήματα, δείχνουν πώς να το κάνουν και τα παιδιά. Αν εμείς είμαστε ήρεμοι, ακούμε, επικυρώνουμε τα συναισθήματά τους και παραμένουμε παρόντες, τότε ο εγκέφαλός τους μαθαίνει πώς να ενεργοποιεί μηχανισμούς ασφάλειας, ανθεκτικότητας και επίλυσης προβλημάτων.
Όταν ένα παιδί αισθάνεται πραγματικά ότι το βλέπουν και το ακούν, ο εγκέφαλός του απελευθερώνει ωκυτοκίνη και άλλες χημικές ουσίες που ενισχύουν τη σύνδεση και την εμπιστοσύνη. Όσο περισσότερο επαναλαμβάνεται αυτή η εμπειρία, τόσο πιο ικανό γίνεται να διαχειρίζεται δυσκολίες και να ζητά βοήθεια όταν τη χρειάζεται.
Η ανάπτυξη του γονέα επηρεάζει τη σύνδεση στην οικογένεια
Τα παιδιά μας λοιπόν έχουν ανάγκη να νιώθουν ασφαλή. Αλλά πώς να καλύψουμε τις συναισθηματικές τους ανάγκες όταν δυσκολευόμαστε να καλύψουμε τις δικές μας; Αξίζει τον κόπο να μπούμε στη διαδικασία να μάθουμε να ρυθμίζουμε τα συναισθήματά μας. Η δουλειά που κάνουμε με τον εαυτό μας βαθαίνει τις σχέσεις μας με τα παιδιά μας. Χαρακτηριστικά, έρευνες δείχνουν ότι οι ενήλικες που αναγνωρίζουν τις επιπτώσεις του τραύματος στη δική τους ζωή αντιδρούν πιο ψύχραιμα και με μεγαλύτερη ενσυναίσθηση στις δύσκολες συμπεριφορές των παιδιών.
Η «θεραπεία» των παιδιών ξεκινά από τη δική μας κατανόηση και φροντίδα του εαυτού. Όταν νιώθουμε ότι πρόκειται να αντιδράσουμε έντονα, μπορούμε να ρωτήσουμε τον εαυτό μας:
«Γιατί νιώθω τόσο έντονα αυτή τη στιγμή; Τι με πυροδοτεί;»
Και μετά:
«Τι μπορώ να κάνω άμεσα για να ηρεμήσω, ώστε να μπορέσω να ηρεμήσω και το παιδί μου;»
Όταν πρώτα εναρμονιζόμαστε με τον εαυτό μας και μετά με τα παιδιά μας, δημιουργούμε μικρές «νησίδες» ασφάλειας. Τους δείχνουμε, ξανά και ξανά, ότι είμαστε εδώ. Ότι είναι ασφαλή μαζί μας.
Αν υπάρχει ένα δώρο που αξίζει κάθε παιδί, είναι να ξέρει ότι μπορεί να στραφεί στον γονιό του όταν χρειάζεται βοήθεια — χωρίς φόβο, χωρίς ενοχή, χωρίς ντροπή. Από εκεί ξεκινούν όλα: η ανθεκτικότητα, η ψυχική υγεία, η αυτοπεποίθηση. Όσο δύσκολο κι αν είναι αυτό το «έργο», είναι το πιο σημαντικό της ζωής μας.