Αν ο 13χρονος γιος ή η 13χρονη κόρη σας δείχνει να μην σας ακούει πια, δεν είναι η φαντασία σας. Μια νέα έρευνα αποκάλυψε ότι αυτή η τόσο συνηθισμένη συμπεριφορά που έχουν οι έφηβοι έχει βαθιές ρίζες στην ανάπτυξη του εγκεφάλου.
Διαβάστε επίσης: Social media: Επηρεάζουν την απόδοση των παιδιών
Ερευνητές του Πανεπιστημίου Στάνφορντ διαπίστωσαν ότι ο εγκέφαλος των εφήβων αρχίζει να προτιμά τις «εξωτερικές φωνές» από αυτές των γονιών τους και η επιστήμη ρίχνει φως σε μία από τις πιο δύσκολες φάσεις της γονεϊκότητας.
Σύμφωνα με τα ευρήματα, γύρω στα 13 χρόνια, ο εγκέφαλος του παιδιού υφίσταται μια σημαντική αλλαγή. Αυτού που συμβαίνει είναι πως μειώνεται απότομα η ένταση με την οποία ανταποκρίνεται στη φωνή του γονέα. Αυτή η νευρολογική «στροφή» εξηγεί γιατί τα παιδιά στην εφηβεία φαίνεται να «κλείνουν τα αυτιά» στους γονείς και να στρέφονται περισσότερο στους συνομηλίκους τους.
Έφηβοι και εγκέφαλος
Η ομάδα παρακολούθησε 46 παιδιά ηλικίας 7 έως 16 ετών και τις μητέρες τους. Οι ερευνητές κατέγραψαν τη φωνή κάθε μητέρας και την έβαλαν να παίξει στα παιδιά της, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθούσαν τη δραστηριότητα του εγκεφάλου τους, μέσω προηγμένων απεικονιστικών τεχνικών.
Το αποτέλεσμα ήταν αποκαλυπτικό. Σύμφωνα με την έρευνα, λοιπόν, πριν από την ηλικία των 12, ο εγκέφαλος των παιδιών ενεργοποιείται έντονα στη φωνή της μητέρας τους, μια ένδειξη του πόσο σημαντικοί είναι οι οικογενειακοί δεσμοί στην παιδική ηλικία.
Όμως γύρω στα 13, αυτή η αντίδραση εξασθενεί, ενώ η εγκεφαλική ανταπόκριση σε ξένες φωνές αυξάνεται. Ακόμη και άγνωστοι αποκτούν, ουσιαστικά, μεγαλύτερη επιρροή στον ακουστικό κόσμο των εφήβων.
Στην πραγματικότητα δεν επαναστατούν απλώς
Η μεταστροφή αυτή δεν είναι ένδειξη… επανάστασης αλλά βιολογικής ωρίμανσης. Ο εγκέφαλος προετοιμάζεται για ανεξαρτησία, αναζητώντας νέους κοινωνικούς δεσμούς έξω από την οικογένεια.
Παράγοντες όπως η ποιότητα των οικογενειακών σχέσεων, το σχολικό περιβάλλον, οι κοινωνικές εμπειρίες και το πολιτισμικό πλαίσιο επηρεάζουν την ταχύτητα και τον τρόπο αυτής της μετάβασης.
Τι σημαίνει αυτό για τους γονείς
Το γεγονός ότι οι έφηβοι «δεν ακούν» δεν είναι προσωπική απόρριψη. Είναι μέρος της φυσιολογικής τους ανάπτυξης. Η κατανόηση αυτής της βιολογικής πραγματικότητας μπορεί να βοηθήσει τους γονείς να δείξουν περισσότερη υπομονή και ενσυναίσθηση. Αντί να επιμένουν με φωνές ή επαναλήψεις, ίσως είναι πιο αποτελεσματικό να αξιοποιήσουν έμμεσους «αγγελιαφόρους», όπως δασκάλους, προπονητές ή συνομηλίκους, για να περάσουν σημαντικά μηνύματα.
Η επιστήμη, τελικά, μας βοηθά να δούμε την εφηβεία όχι ως πεδίο σύγκρουσης αλλά ως φυσική και αναγκαία διαδικασία ανεξαρτησίας. Αν οι γονείς την αντιμετωπίσουν με κατανόηση, η σχέση με το παιδί μπορεί να γίνει βαθύτερη, πιο ώριμη και πιο ανθεκτική.