Στον σημερινό ψηφιακό κόσμο, το να έρθει ένα παιδί αντιμέτωπο με βίαιο ή ενοχλητικό περιεχόμενο στο διαδίκτυο δεν είναι η εξαίρεση — είναι δυστυχώς, ο κανόνας. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, τα παιδιά αναπτύσσουν δικές τους στρατηγικές για να προστατευτούν: κάνουν γρήγορο scrolling, προειδοποιούν τους φίλους τους στα group chats, χρησιμοποιούν συνθηματικές λέξεις, προσποιούνται ότι «δεν είδαν τίποτα». Σε εμάς τους ενήλικες όλα αυτά μπορεί να μοιάζουν με ψηφιακή δεξιότητα, ακόμα και ανθεκτικότητα. Όμως οι ειδικοί προειδοποιούν: αυτό που βλέπουμε δεν είναι προσαρμογή — είναι η προσπάθεια των παιδιών να επιβιώσουν σε ένα σύστημα που έχουν μάθει πως δεν αλλάζει. Σύμφωνα με την ψυχολογία, αυτό ονομάζεται μαθημένη αδυναμία (learned helplessness).

Όταν κάποιος εκτίθεται συνεχώς σε κάτι αρνητικό που δεν μπορεί να αποφύγει, με τον καιρό σταματά να προσπαθεί να το αλλάξει — ακόμη και όταν υπάρχει τρόπος διαφυγής.

Κάτι ανάλογο παρατηρούμε στα παιδιά που χρησιμοποιούν τα social media:

  • Φοβούνται να αναφέρουν βίαιο περιεχόμενο.
  • Ξέρουν ότι σπάνια κάποιος θα δει την αναφορά τους.
  • Έχουν καταλάβει ότι κάθε πλατφόρμα έχει δικές της… αδιαφανείς διαδικασίες.
  • Φοβούνται ότι η αναφορά δεν θα είναι ανώνυμη.

Έτσι, καταλήγουν να μην ζητούν βοήθεια — όχι επειδή δεν την χρειάζονται, αλλά επειδή τα έχουμε κάνει να πιστεύουν ότι «δεν έχει νόημα».

Απευαισθητοποίηση ή ωρίμανση;

Μια πρόσφατη έρευνα έδειξε ότι τα μεγαλύτερα παιδιά φαίνεται να είναι πιο «αδιάφορα» στη βία και ότι είναι λιγότερο πιθανό να την μοιραστούν. Αυτό θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως σημάδι ωριμότητας. Αλλά η επιστημονική κοινότητα δεν συμφωνεί.

Μελέτες αποκαλύπτουν ότι η επαναλαμβανόμενη έκθεση σε βίαιες εικόνες:

  • μειώνει τη φυσιολογική αντίδραση στο σοκ
  • μειώνει την ενσυναίσθηση
  • καθυστερεί την ανταπόκριση σε ανθρώπους που χρειάζονται βοήθεια

Δεν πρόκειται λοιπόν για «συναισθηματική ανθεκτικότητα» αλλά για απευαισθητοποίηση, μια ακούσια διαδικασία κατά την οποία τα παιδιά μαθαίνουν να νιώθουν λιγότερα, επειδή δεν έχουν τον έλεγχο.

Γιατί τα παιδιά συνεχίζουν να κάνουν scrolling κι ας τα βλάπτει

Οι στρατηγικές που αναπτύσσουν — scrolling, αγνόηση, κωδικοί, προειδοποιήσεις — μοιάζουν με έξυπνες λύσεις. Στην πραγματικότητα όμως αποκαλύπτουν κάτι βαθύτερο:

Τα παιδιά έχουν καταλάβει ότι δεν μπορούν να επηρεάσουν τον αλγόριθμο, άρα απλώς προσαρμόζονται σε αυτόν.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, όταν ένα παιδί μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον στο οποίο δεν έχει καμία αίσθηση ελέγχου:

  • η αυτοπεποίθησή του μειώνεται
  • δεν μαθαίνει να ρυθμίζει μόνο του τη συμπεριφορά του
  • κουράζεται ψυχικά
  • εμφανίζει μορφές παθητικότητας ή παραίτησης

Με άλλα λόγια, το συνεχές scrolling δεν είναι έλλειψη υπευθυνότητας. Είναι σημάδι ότι τα παιδιά προσπαθούν να επιβιώσουν σε ένα ψηφιακό σύστημα που τα ξεπερνά.

Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς

Παρότι το περιβάλλον είναι δύσκολο, υπάρχουν τρόποι να βοηθήσουμε:

  • Μιλήστε ανοιχτά για το βίαιο περιεχόμενο

Ρωτήστε τι είδαν, πώς ένιωσαν, αν τρόμαξαν, αν μπερδεύτηκαν. Το παιδί δεν θα μιλήσει, αν πιστεύει ότι θα το μαλώσετε.

  •  Πείτε τους ότι η αναφορά είναι πράξη προστασίας

Ακόμα κι αν η πλατφόρμα δεν αντιδρά, το παιδί χρειάζεται να δει ότι η πράξη του έχει νόημα — για την ηθική του πυξίδα, όχι για τον αλγόριθμο.

  • Βάλτε όρια ως «ψηφιακοί σύμμαχοι», όχι ως ελεγκτές

Τα παιδιά συμμορφώνονται περισσότερο όταν νιώθουν ότι ο γονέας είναι μαζί τους — όχι απέναντι τους.

  • Μην υποθέτετε ότι το παιδί «το έχει συνηθίσει»

Η απευαισθητοποίηση δεν είναι ωριμότητα, είναι κόπωση.

  • Ενισχύστε την αυτονομία του παιδιού με μικρές επιλογές

Όσο περισσότερο νιώθει ότι έχει λόγο σε άλλα θέματα της ζωής του, τόσο λιγότερο παραδίδεται παθητικά στον αλγόριθμο.

Όταν ένα παιδί «τα καταφέρνει» μόνο του στο διαδίκτυο, δεν πρέπει να θεωρούμε δεδομένο ότι είναι όλα καλά. Το συνεχές scrolling και η φαινομενική αδιαφορία για τη βία μπορεί να κρύβουν κάτι πολύ πιο ανησυχητικό: την πεποίθηση ότι δεν μπορεί να αλλάξει τίποτα.

Και αυτή η αίσθηση ανημπόριας είναι το πραγματικό κόστος του ψηφιακού κόσμου.

Όσο πιο πολύ το κατανοούμε αυτό ως γονείς, τόσο καλύτερα θα μπορέσουμε να δώσουμε στα παιδιά μας αυτό που ζητούν σιωπηλά: έναν ενήλικο που μπορεί να προστατεύσει όσα εκείνα δεν μπορούν.