Πολλά είναι τα παιδιά που δυσκολεύονται όταν έρχεται εκείνη η δύσκολη ώρα της αριθμητικής. Οι πιο απλές πράξεις μπορούν να διαρκέσουν ώρες γι’ αυτά, ενώ το μέτρημα των δαχτύλων μπορεί να τα εκνευρίσει πολύ γρήγορα. Ωστόσο, σε καμιά περίπτωση δεν ευθύνεται το παιδί, μιας που το ίδιο μπορεί να έχει απεριόριστη διάθεση για μάθηση, αλλά να δυσκολεύεται τόσο πολύ, ώστε στο τέλος να απογοητεύεται. Συχνά γονείς και εκπαιδευτικοί, προσπαθώντας να κατανοήσουν τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει το παιδί με τις μαθηματικές πράξεις, επικαλούνται λόγους που το αδικούν. Αυτοί μπορεί να είναι από το «δεν διάβασε αρκετά» (τεμπελιά) έως το «δεν παίρνει από μαθηματικά» (χαμηλή νοημοσύνη κλπ.). Τίποτα από αυτά όμως δεν ισχύει, πόσο μάλλον όταν το παιδί στα άλλα μαθήματα τα πηγαίνει πολύ καλύτερα. Όταν οι προσπάθειες του παιδιού στην αριθμητική είναι δυσανάλογες με το αποτέλεσμα, πρέπει να αναρωτηθούμε μήπως φταίει κάτι άλλο. Αυτό το «κάτι άλλο» και σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) ονομάζεται -εδώ και δεκαετίες- δυσαριθμησία (dyscalculia).
Τι σημαίνει δυσαριθμησία
Ο όρος, σχεδόν άγνωστος ακόμη στη χώρα μας, περιγράφει τη μαθησιακή δυσκολία που αφορά τις ικανότητες για τη μαθηματική σκέψη. Πρόκειται για μια αναπτυξιακή δυσκολία εξίσου σημαντική με τη δυσλεξία. Επειδή όμως στη δυσαριθμησία, σε αντίθεση με τη δυσλεξία (προβλήματα ανάγνωσης, γραφής και ορθογραφίας), τα προβλήματα είναι λιγότερο εμφανή, συχνά την παρεξηγούμε ή την υποτιμάμε. Η αλήθεια είναι πως η δυσαριθμησία δεν αναγνωρίζεται εύκολα. Αυτό, συν την άγνοια που υπάρχει γι’ αυτό τον όρο στη χώρα μας, την καθιστά πολύ απλά «ανύπαρκτη». Στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το γεγονός ότι υπάρχει έρευνα στον τομέα αυτής της μαθησιακής δυσκολίας, υπάρχουν ειδικοί επιστήμονες και κέντρα που παρέχουν συμβουλευτική, διάγνωση και αποκατάσταση καθαρά και συγκεκριμένα μόνο για δυσαριθμησία, έχει ως αποτέλεσμα να έχει μπει στη συνείδηση των περισσότερων γονέων και εκπαιδευτικών. Έτσι, οι Ευρωπαίοι είναι απόλυτα ευαισθητοποιημένοι στη συγκεκριμένη μαθησιακή δυσκολία, σε αντίθεση με τους Έλληνες, που την αγνοούν.
Ποια είναι τα «επικίνδυνα» σημάδια
-Δυσκολία στην τέλεση απλών μαθηματικών πράξεων: Το παιδί επιμένει να χρησιμοποιεί τα δάχτυλά του για να μετρήσει ή χρειάζεται πολύ χρόνο προκειμένου να ολοκληρώσει μια απλή πράξη.
-Τα εσφαλμένα αποτελέσματα διαφέρουν από τα σωστά, συχνά κατά μία μονάδα.
-Το παιδί δυσκολεύεται στην αφαίρεση και στη διαίρεση περισσότερο απ’ ό,τι στην πρόσθεση.
-Συχνά το παιδί δυσκολεύεται να προσανατολιστεί στο χώρο, ενώ μπερδεύει το δεξιά με το αριστερά.
-Δυσκολεύεται στην αντίληψη και κατανόηση ποσοτήτων και μεγεθών.
-Ξεχνάει πρόσφατες μαθηματικές έννοιες ή ακόμη και την προπαίδεια.
-Η εξάσκηση και η μελέτη δεν φέρνουν τα επιθυμητά αποτελέσματα.
-Δεν ξέρει ποιες πράξεις να χρησιμοποιήσει για να λύσει προβλήματα.
-Το παιδί συχνά «πελαγώνει» με τους μεγάλους αριθμούς (1.000, 10.000 κλπ.).
Αυτές είναι, συνοπτικά, κάποιες από τις ενδείξεις που θα μας βοηθήσουν να διακρίνουμε αν το παιδί μας αντιμετωπίζει τη συγκεκριμένη μαθησιακή δυσκολία.
Συνήθως οι γονείς ελπίζουν πώς με την πάροδο του χρόνου τα πράγματα θα βελτιωθούν. Επίσης, το παιδί με τον καιρό, προσπαθώντας να δώσει λύση στο πρόβλημά του, επινοεί κάποιες ιδιαίτερες στρατηγικές επίλυσης των πράξεων. Αυτές όμως είναι εσφαλμένες ή και χρονοβόρες, με αποτέλεσμα να χάνεται κάθε διάθεση για το μισητό πλέον μάθημα της αριθμητικής.
Πού οφείλεται η δυσαριθμησία;
Το μόνο σίγουρο είναι πως δεν οφείλεται στη νοημοσύνη του παιδιού. Αυτή αντιθέτως μπορεί να κινείται σε πολύ υψηλά επίπεδα. Τόσο η λογική σκέψη όσο και η ικανότητα για συμπεράσματα μπορεί να είναι αναπτυγμένες στο παιδί, χωρίς όμως να αποκλείεται η περίπτωση της δυσαριθμησίας. Η συγκεκριμένη μαθησιακή δυσκολία σχετίζεται με την έμφυτη ικανότητα του ανθρώπου να αντιλαμβάνεται ποσότητες, αριθμούς, μεγέθη, αποστάσεις και χώρο. Αυτή η ικανότητα αποτελεί μέρος της ανάπτυξης. Μερικά παιδιά, όμως, παρουσιάζουν ακριβώς σε αυτό το τμήμα δυσκολίες. Γι’ αυτή τη δυσκολία δεν ευθύνονται εξωγενείς παράγοντες (σύμφωνα με νεότερες έρευνες), όπως η διαπαιδαγώγηση. Πολλοί γονείς αναφέρουν ότι και οι ίδιοι ως παιδιά είχαν επίσης προβλήματα με τους αριθμούς ή συνεχίζουν να έχουν, υπονοώντας πως μπορεί να είναι κάτι κληρονομικό. Η κληρονομικότητα είναι ένα ενδεχόμενο το οποίο όμως έως τις μέρες μας δεν έχει ερευνηθεί πλήρως. Όποια πάντως κι αν είναι τα αίτια, η παρέμβαση και η αποκατάσταση του μαθητή είναι απαραίτητες.
Η παρέμβαση στη δυσαριθμησία
Ο εκπαιδευτικός, σε περίπτωση που διαπιστώσει συμπτώματα δυσαριθμησίας, οφείλει να υποβάλλει το παιδί σε εξειδικευμένα σταθμισμένα τεστ και δοκιμασίες (οπτικής αντίληψης, μαθηματικών δεξιοτήτων κ.ο.κ.) και κατόπιν να προχωρήσει στη δημιουργία προσωπικού «προφίλ σφαλμάτων», ώστε να δημιουργήσει ένα πλήρως εξειδικευμένο για την περίπτωση πλάνο παρέμβασης. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι το παιδί που δυσκολεύεται με τα μαθηματικά δεν έχει πρόβλημα κινήτρων ή διάθεσης. Απλώς δεν μπορεί! Τα αντικίνητρα, η άρνηση και η παραίτηση, έπονται. Έτσι, στον κατάλογο των συμπτωμάτων της δυσαριθμησίας προστίθενται επιπλέον και ψυχοσυναισθηματικά συμπτώματα ως αποτέλεσμά της.
Αυτά μπορεί να είναι:
-Μειωμένη αυτοεκτίμηση.
-Ελλειμματική προσοχή.
-Απώλεια κινήτρων μελέτης και παθητικότητα.
-Επιθετικότητα, συγκρούσεις στο οικογενειακό περιβάλλον.
-Άρνηση ως και φοβία προς τα μαθηματικά.
-Τάσεις απομόνωσης.
-Επέκταση της κακής επίδοσης και σε άλλα μαθήματα.
-Γενικότερη άρνηση για το σχολείο.
-Ψυχοσωματικά (κοιλόπονος, πονοκέφαλος), ιδιαίτερα τις πρωινές ώρες.
Πώς να το βοηθήσω;
Ο ειδικός (συνήθως ψυχολόγος) θα πρέπει να είναι εκπαιδευμένος και ειδικευμένος στην αποκατάσταση της δυσαριθμησίας, και καλείται να συμπεριλάβει την ψυχοσυναισθηματική όψη του προβλήματος, στηρίζοντας την αυτοπεποίθηση του παιδιού. Σκοπός της παρέμβασης δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση να είναι οι καλοί βαθμοί και η άριστη επίδοση στα μαθηματικά. Το ζητούμενο είναι το παιδί να μάθει να βλέπει τα μαθηματικά με διαφορετικό μάτι. Η αναδιοργάνωση του τρόπου κατανόησης και προσέγγισης των αριθμών και των μαθηματικών πράξεων μέσα από εξειδικευμένα προγράμματα αποτελούν, επίσης, κύριο στόχο. Ο ρυθμός καθορίζεται από το ίδιο το παιδί, και τα υλικά που χρησιμοποιούνται πρέπει να είναι έτσι επιλεγμένα ώστε να χρησιμοποιούνται με όρεξη. Ο ειδικός έχει το ρόλο αυτού που θα κάνει το παιδί να αξιοποιήσει την έμφυτη περιέργεια και ικανότητά του για την εκ νέου κατανόηση του κόσμου των αριθμών.
Αν υπάρχει υποψία για δυσαριθμησία, είναι πολύ σημαντικό να δοθεί προσοχή στις συμπεριφορές του παιδιού
·Να διαλέγετε για την ώρα μελέτης των μαθηματικών μια ήρεμη στιγμή, όταν το παιδί είναι ξεκούραστο και ευδιάθετο.
·Να μειώνετε το χρόνο μελέτης, όταν βλέπετε ότι υπάρχει εκνευρισμός.
·Να επιλέγετε ασκήσεις και πράξεις στις οποίες ξέρετε ότι το παιδί σας τα καταφέρνει καλά και να δείχνετε ικανοποίηση τονώνοντάς του την αυτοπεποίθηση.
·Να αποφεύγετε χαρακτηρισμούς και σχόλια.
·Μην του βάζετε τις φωνές (δεν οφείλεται το πρόβλημα σε τεμπελιά).
·Προσπαθείτε να εξιχνιάζετε τον τρόπο σκέψης και επίλυσης που χρησιμοποιεί το παιδί σας.
·Μιλήστε με τον εκπαιδευτικό του παιδιού σας σχετικά με τη συμπεριφορά του στο μάθημα των μαθηματικών.
Εφόσον γίνει κατανοητό πού οφείλονται οι δυσκολίες του παιδιού και ότι «μαθηματικά» το παιδί μιλάει μια διαφορετική γλώσσα, τότε έχουμε κάνει και το πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση. Δεν έχει νόημα να περιμένουμε από το παιδί με δυσκολίες στα μαθηματικά να γίνει μαθηματικός, υπάρχει όμως τρόπος αυτή η δυσκολία να απαλυνθεί και να μη σταθεί εμπόδιο στην καθημερινότητά του ή σε μελλοντικές επαγγελματικές επιλογές.
Με τη συνεργασία του Γεώργιου Τρουμπούκη (ψυχολόγος-παιδοψυχολόγος, ειδικός στη θεραπεία της δυσαριθμησίας).