Παλιά τα θεωρούσαν ανεπίδεκτα μάθησης και έλεγαν στους γονείς τους ότι απλώς «δεν παίρνουν τα γράμματα». Τα τελευταία χρόνια όμως γνωρίζουμε ότι τα παιδιά μπορούν να ξεπεράσουν τις μαθησιακές δυσκολίες τους με έγκαιρη και κατάλληλη θεραπευτική παρέμβαση. Ας δούμε λοιπόν τις δύο πιο συχνές μορφές μαθησιακής δυσκολίας, τη δυσλεξία και τη Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ).

Οταν το παιδί κομπιάζει στην ανάγνωση…

Η δυσλεξία είναι μια μορφή μαθησιακής δυσκολίας, κατά την οποία το παιδί παρουσιάζει δυσκολίες στην ανάλυση των λέξεων και στον συλλαβισμό τους, με αποτέλεσμα να δυσκολεύεται να μάθει ανάγνωση. Ωστόσο, στη δυσλεξία συνδυάζονται και δυσκολίες στην ορθογραφία, εξού και η ονομασία «δυσλεξία – δυσορθογραφία». Η δυσλεξία αφορά το 5%-15% των παιδιών και δεν έχει σχέση με νοητική υστέρηση. Η διάγνωση της δυσλεξίας δεν μπορεί να γίνει προτού το παιδί είναι 7-7½ ετών, αφού πριν από αυτή την ηλικία παρόμοια λάθη στην ανάγνωση και τη γραφή είναι συνηθισμένα.

Οι ενδείξεις που θα μας βάλουν σε σκέψεις

Στα περισσότερα δυσλεκτικά παιδιά παρατηρείται:

  • Δυσλεξία
  • Σύγχυση στα γραφήματα των οποίων η προφορά είναι παρόμοια (τσ – τζ, γκ – κγ)
  • Σύγχυση στα γραφήματα των οποίων το σχήμα είναι παρόμοιο (φ – ψ)
  • Αναστροφές (εδώ – ωδέ, το – οτ)
  • Παραλείψεις (μάνα – μαν, στροφή – σροφή) ή ακόμα και προσθέσεις ή αντικαταστάσεις γραμμάτων
  • Ελλιπής κατανόηση κειμένου. Συνήθως το παιδί κατανοεί περισσότερα από όσα νομίζουμε από ένα κείμενο που διαβάζει, ωστόσο σπάνια αντιλαμβάνεται όλες τις πληροφορίες του κειμένου.
  • Δυσκολία στην ανάγνωση. Οι σχολικές δυσκολίες στην αρχή είναι επικεντρωμένες στην ανάγνωση, αργότερα όμως, καθώς αυξάνονται οι σχολικές απαιτήσεις, γενικεύονται σε όλα τα μαθήματα, εκτός εάν δοθεί έγκαιρα στο παιδί η κατάλληλη θεραπεία.

 

Δυσορθογραφία

Τα ορθογραφικά λάθη, τα οποία είναι επίσης συνηθισμένα στην αρχή του σχολείου, είναι παρόμοια με αυτά της ανάγνωσης: συγχύσεις, αναστροφές, παραλείψεις, λάθη στο γένος της λέξης, στον αριθμό, καθώς και σοβαρά λάθη σύνταξης.

Αλλα σημάδια

Μαζί με τη δυσλεξία υπάρχουν και κάποιοι άλλοι παράγοντες που συντελούν στο πρόβλημα, χωρίς ωστόσο να το αιτιολογούν:

  • Καθυστέρηση στον λόγο. Συχνά στο ιστορικό των δυσλεκτικών παιδιών υπάρχει το γεγονός ότι άργησαν να μιλήσουν.
  • Πρόβλημα πλευρίωσης. Πλευρίωση ονομάζεται η κυριαρχία της μιας πλευράς του σώματος (μάτι, χέρι, πόδι και αφτί). Η χρήση του αριστερού χεριού κυρίως και η κακή πλευρίωση αναφέρθηκαν ως η προέλευση της δυσλεξίας, χωρίς όμως να έχει επαληθευτεί αυτή η υπόθεση.
  • Μειωμένη ικανότητα χρονοτοπικής οργάνωσης. Η σύγχυση μεταξύ των γραμμάτων που έχουν παρόμοιο σχήμα ή η δυσκολία κατανόησης του χρόνου της πρότασης έκαναν τους ερευνητές να υποθέσουν ότι τα δυσλεκτικά παιδιά έχουν προβλήματα στην οργάνωση του τόπου και του χρόνου.

 

Τι να κάνω αν υποψιάζομαι ότι το παιδί έχει δυσλεξία;

Η δυσκολία του παιδιού να μάθει να διαβάζει και να γράφει μπορεί να εντοπιστεί από τους γονείς ή από τον εκπαιδευτικό, ο οποίος θα παραπέμψει τους γονείς σε ειδικό.

Σε πρώτη φάση, το παιδί θα εξεταστεί από ειδικό παιδαγωγό, ο οποίος θα ασχοληθεί με τις μαθησιακές δυσκολίες του. Επειτα, το παιδί θα εξεταστεί από ψυχολόγο, ο οποίος θα μετρήσει με ειδικό τεστ τον δείκτη νοημοσύνης του.

Αν ο ψυχολόγος αξιολογήσει ότι το παιδί έχει φυσιολογική νοημοσύνη και παρουσιάζει δυσλεξία, τότε δίνει στους γονείς μια γνωμάτευση, η οποία πιστοποιεί το γεγονός ότι το παιδί έχει δυσλεξία. Οταν το παιδί πρόκειται να πάει Γυμνάσιο ή Λύκειο, ο ψυχολόγος σημειώνει στους εκπαιδευτικούς ότι πρέπει να εξετάζεται προφορικά.

Η γνωμάτευση αυτή μπορεί να δοθεί από το Ελληνικό Κέντρο Ψυχικής Υγιεινής ή από το Κέντρο Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης των μαθητών με εκπαιδευτικές ανάγκες (ΚΕΔΔΥ).

Παράλληλα, ο ψυχολόγος ενημερώνει τους γονείς για την ειδική διαπαιδαγώγηση που πρέπει να ακολουθήσουν.

Οταν δεν μπορεί να συγκεντρωθεί…

Εως σήμερα δεν έχουν αποσαφηνιστεί οι ακριβείς αιτίες της Διαταραχής Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ). Ορισμένοι επιστήμονες υποστηρίζουν ότι οφείλεται σε νευρολογική διαταραχή, δηλαδή οι νευροδιαβιβαστές του εγκεφάλου δεν μεταβιβάζουν τα μηνύματα του εγκεφάλου σωστά, με αποτέλεσμα το παιδί να μην μπορεί να ελέγξει τις παρορμήσεις του και να έχει προβλήματα συγκέντρωσης.

Η ΔΕΠΥ μπορεί να είναι η αντίδραση του παιδιού σε μια τραυματική ή στρεσογόνα κατάσταση, π.χ. διαζύγιο των γονιών, μετακόμιση, θάνατος κοντινού προσώπου. Οσο πιο μικρό είναι το παιδί, τόσο πιο σωματοποιημένη είναι η αντίδρασή του, αφού ακόμη δεν μπορεί να εκφραστεί λεκτικά.

Στην περίπτωση των παιδιών με φυσιολογική νοημοσύνη που δεν βιώνουν αγχογενείς καταστάσεις και δεν έχουν αναπτυξιακές δυσκολίες ή διαταραγμένο ψυχοσυναισθηματικό κόσμο, η ρίζα του προβλήματος εντοπίζεται στο επίπεδο ανοχής του οικογενειακού – κυρίως – περιβάλλοντος, στα αυστηρά ή χαλαρά όρια που θέτουν οι γονείς και στον γενικότερο τρόπο διαπαιδαγώγησης των παιδιών. Επίσης, μερικά παιδιά παρουσιάζουν πιο έντονη κινητικότητα λόγω κληρονομικότητας.

Σπανιότερα, η ΔΕΠΥ παίρνει μια πιο ψυχοπαθολογική σημασία όταν συνδυάζεται με προκλητικές ή επικίνδυνες συμπεριφορές, σαν το παιδί να αναζητεί την τιμωρία (νευρωτική ενοχή) ή σαν να είναι η απάντησή του απέναντι στην έντονη αγωνία, την κατάθλιψη, τη μανία, τον αυτισμό ή την παιδική ψύχωση.

Οι ενδείξεις που θα μας βάλουν σε σκέψεις

Στην ηλικία των 3-4 ετών το παιδί είναι πολύ ζωηρό, περπατά και κινείται άτσαλα (έλλειψη συντονισµού). Στον παιδικό σταθμό ή στο σχολείο δεν μπορεί να ενταχθεί στη λογική της ομάδας, με αποτέλεσμα να έχει προβλήµατα στις σχέσεις του µε τους συµµαθητές του και τους εκπαιδευτικούς.

Ειδικότερα, μπορεί: να είναι επιθετικό, να μην μπορεί να καθίσει όση ώρα απαιτείται στο θρανίο, να µην υπακούει σε κανόνες και να είναι πολύ παρορμητικό, να μη συμμετέχει σε σχολικές δραστηριότητες εκτός μαθήματος, να παρουσιάζει αδυναμία συγκέντρωσης, με αποτέλεσµα να μην μπορεί να παρακολουθήσει το μάθηµα και να μελετήσει, ή να δυσκολεύεται να διαβάσει ή να γράψει.

Επιπλέον, τα παιδιά με ελλειμματική προσοχή πολύ συχνά δεν προσέχουν τις λεπτομέρειες, δυσκολεύονται να ακολουθήσουν οδηγίες ή κανόνες, φαίνεται να μην ακούν όταν τους μιλούν, χάνουν αντικείμενα ή ξεχνούν τις καθημερινές υποχρεώσεις τους.

Τι να κάνω αν υποψιάζομαι ότι έχει ΔΕΠΥ;

Οι γονείς θα πρέπει να γνωρίζουν ότι κατά την περίοδο των 2-4 ετών η προσοχή του παιδιού είναι φυσιολογικά «ολισθηρή» επειδή η εκρηκτική κινητικότητά του το ωθεί να επεκτείνει τις ανακαλύψεις του και να διευρύνει τις εμπειρίες του. Αν όμως θεωρούν ότι η έλλειψη προσοχής και η παρορμητικότητα του παιδιού είναι σε υπερβολικό βαθμό, τότε θα πρέπει να απευθυνθούν σε παιδοψυχολόγο. Οι γονείς των παιδιών που έχουν ΔΕΠΥ συνήθως δυσκολεύονται να αποδεχθούν τη διάγνωση γιατί θεωρούν ότι το παιδί τους δεν είναι «φυσιολογικό». Απενοχοποιήστε τον εαυτό σας και το παιδί σας, δεν ευθύνεστε για την ύπαρξη της ΔΕΠΥ. Αλλωστε, όλοι έχουμε ιδιαιτερότητες, όλοι είμαστε διαφορετικοί και ζούμε τη ζωή μας με τον τρόπο που μας εξυπηρετεί.

Πώς μπορείτε να το βοηθήσετε

  • Πολύ βοηθητικό για τα παιδιά με ΔΕΠΥ είναι να έχουν οργανωμένο πρόγραμμα με ξεκάθαρους κανόνες και ρουτίνες, που το παιδί γνωρίζει εκ των προτέρων.
  • Κάντε τις ασχολίες του ενδιαφέρουσες και κάντε συχνά διαλείμματα κατά τη διάρκεια μιας δύσκολης δραστηριότητας.
  • Εστιάστε στην επιθυμητή συμπεριφορά και επιβραβεύστε την.
  • Να είστε ακριβείς σε αυτό που ζητάτε και οι απαιτήσεις σας να είναι προσαρμοσμένες στις ικανότητες του παιδιού.
  • Ασκήσεις υπευθυνότητας και οργάνωσης πρέπει να αποτελούν μέρος της καθημερινότητας των παιδιών (λίστα με ψώνια στο σουπερμάρκετ, επιλογή από το προηγούμενο βράδυ των ρούχων, προετοιμασία τσάντας με βάση το πρόγραμμά του).
  • Βοηθήστε το παιδί να κοινωνικοποιηθεί και να κάνει φίλους.

 

Η θεραπευτική απάντηση στο πρόβλημα

Η θεραπευτική απάντηση για ένα παιδί με ΔΕΠΥ δεν είναι η ίδια σε κάθε περίπτωση. Εχει πάντα σχέση με τη στάση του περιβάλλοντός του και με τα άλλα συνυπάρχοντα προβλήματα (μαθησιακές δυσκολίες, ενούρηση κ.ά.).

Ετσι, η θεραπευτική διαδικασία μπορεί να μεταφερθεί στην εκπαιδευτική διευθέτηση, π.χ. συμβουλές διαπαιδαγώγησης στους γονείς, στο σχολείο, εξωσχολικές δραστηριότητες, σπορ, ή ακόμη να γίνει μια προσπάθεια να διαχειριστεί το παιδί με θετική ενέργεια το σώμα του (χαλάρωση, χορός).

Τέλος, εάν η ΔΕΠΥ προέρχεται από έντονες ψυχοσυναισθηματικές δυσκολίες, προτείνεται η θεραπευτική προσέγγιση από ειδικό.

 

Ευχαριστούμε για τη συνεργασία την κυρία Μαρίκα Σιδηροπούλου, κλινική ψυχολόγο-παιδοψυχολόγο