Η επικοινωνία με τα παιδιά μας είναι πολύ σημαντική. Η εφηβεία δε, είναι μία περίοδος της ζωής τους, κατά την οποία είναι πολύ σημαντικό να νιώθουν ότι μπορούν να μας εμπιστευθούν και να στηριχθούν πάνω μας, διατηρώντας παράλληλα την ελευθερία τους να εξελιχθούν σε μοναδικές προσωπικότητες. Πώς θα καταφέρουμε, όμως, να χτίσουμε μία σχέση εμπιστοσύνης με το παιδί μας;
Διαβάστε επίσης: Gen Z: Ηχηρό «όχι» στo διάβασμα βιβλίων στα παιδιά τους
Στην εποχή μας που τα άγχη και οι κίνδυνοι βάλλουν τους νέους από παντού είναι πολύ σημαντικό ένας γονιός να μπορεί να σταθεί πραγματικά δίπλα στο παιδί του, να είναι εκεί όταν αυτό τον χρειάζεται, να είναι διακριτικός και συμβουλευτικός, χωρίς να είναι παρεμβατικός.
Κατά την εφηβεία τους, σύμφωνα με έρευνες, περισσότερα από τα μισά κορίτσια αναφέρουν ότι νιώθουν σταθερά λυπημένα ή απελπισμένα. Επίσης, οι τρεις στους τέσσερις μαθητές λυκείου αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν σημαντικές αντιξοότητες και προκλήσεις. Μία, μάλιστα, από αυτές τις αντιξοότητες είναι η υποτίμηση ή η αδιαφορία, που μπορεί να αισθάνονται στο σπίτι τους από τους ίδιους τους γονείς τους.
Συχνά, οι έφηβοι νιώθουν αδύναμοι ή ντρέπονται να μιλήσουν στη μητέρα ή τον πατέρα τους για θέματα που πραγματικά έχουν σημασία, με αποτέλεσμα να παραμένουν ορισμένες φορές απροστάτευτοι απέναντι σε σημαντικούς κινδύνους.
Σε μελέτη που έχει δημοσιευτεί στο επιστημονικό περιοδικό Health Affairs, έχει διαπιστωθεί ότι το 41% των ενηλίκων αγωνίζεται με τη δική του ψυχική ευημερία, πολλές φορές βάζοντας σε δεύτερη μοίρα αυτή των παιδιών. Με βάση την ίδια έρευνα, οι πιθανότητες ενός παιδιού να ευδοκιμήσει είναι 12 φορές υψηλότερες, όταν ξέρει ότι μπορεί να στραφεί σε έναν ενήλικα για οτιδήποτε, ανεξαρτήτως πόσο δύσκολο είναι αυτό ή αν θα βρεθεί τελικά λύση.
Τα 8 βήματα για να έρθετε πιο κοντά
Ακολουθούν 8 πρακτικά βήματα βασισμένα στη νευροεπιστήμη -την επιστημονική μελέτη δηλαδή του νευρικού συστήματος- για να δείξετε στα παιδιά, σε μικρή ηλικία αλλά και στην κρίσιμη ηλικία της εφηβείας, ότι τα ακούτε, τα βλέπετε και τα πιστεύετε, βοηθώντας έτσι, μεταξύ άλλων, στην υγιή ανάπτυξη του εγκεφάλου τους:
- Ξεκαθαρίστε τους ότι κάποια θέματα είναι δύσκολο να συζητηθούν. Μπορείτε να πείτε κάτι σαν «Αυτό το θέμα είναι δύσκολο να το συζητήσουμε, ακόμα και για μένα, ως ενήλικα».
- Μην επεμβαίνετε! Να είστε καλοί ακροατές και να μην κάνετε τόσες ερωτήσεις όσες θα θέλατε. Ιδανικά και καμία, μιας και οι επιστήμονες τονίζουν ότι συνήθως τα παιδιά μοιράζονται περισσότερα εθελοντικά, αν δεν τους κατακλύζουμε δηλαδή με ερωτήματα.
- Μπορείτε να εξασκήσετε την πρακτική της βαθιάς αναπνοής. Να είστε το άτομο στο δωμάτιο με τον χαμηλότερο καρδιακό ρυθμό, όσο βέβαια αυτό είναι εφικτό. Τα παιδιά μας «δανείζονται» τη νευροβιολογία μας. Αν χαλαρώσετε, μάλλον θα χαλαρώσουν κι αυτά.
- Κατά την κουβέντα σας με το παιδί σας, ετοιμαστείτε να μάθετε κάτι που δεν γνωρίζατε. Μην υποθέτετε ότι ξέρετε τι νιώθει κάθε άτομο. Το πιθανότερο είναι το παιδί σας να σας εκπλήξει.
- Αν σας ζητήσουν τη γνώμη σας, να δώσετε προτεραιότητα στη δική τους. Μία φράση που ίσως τα κάνει να νιώσουν καλύτερα είναι «Υπόσχομαι να σου πω τη γνώμη μου, αλλά πρώτα θέλω να μάθω τι σκέφτεσαι, γιατί αυτό που σκέφτεσαι τώρα είναι πιο σημαντικό από αυτό που σκέφτομαι εγώ».
- Προσφέρετε ειλικρινή επικύρωση. «Τα συναισθήματά σου είναι αληθινά σημαντικά και κατανοητά» ή «Καταλαβαίνω πώς νιώθεις και ότι δυσκολεύεσαι». Είναι από τις φράσεις, που λογικά θα απαλύνουν το άγχος τους.
- Μην υποθέτετε ότι τα παιδιά σας είναι σιωπηλά, επειδή έχουν ολοκληρώσει αυτό που θέλουν να μοιραστούν. Μπορεί απλώς να θέλουν λίγη κινητοποίηση παραπάνω. Σε μία τέτοια περίπτωση μπορείτε να πείτε «Είμαι εδώ για να ακούσω όσο χρειάζεται, υπάρχει κάτι άλλο που θα ήταν χρήσιμο να ξέρω;»
- Αυξήστε την αναγνώριση των θετικών τους στοιχείων και σημειώστε τα. Αργότερα, μία καλή ιδέα είναι να τους πείτε έναν καλό λόγο για καθετί που έχουν καταφέρει.