Η εφηβεία είναι η περίοδος της μετάβασης από την παιδική στην ώριμη ηλικία και τα όρια της χρονικά είναι αρκετά ασαφή. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας το σώμα αλλάζει, δημιουργώντας ορμές και επιθυμίες. Συχνά αυτές τις επιθυμίες ο έφηβος δεν καταφέρνει να τις συνειδητοποιήσει αλλά και να τις ελέγξει, με αποτέλεσμα να του προκαλούν εκρήξεις είτε βίας είτε αδυναμίας μπροστά σ’ αυτό που θα ήθελε με τη φαντασία του να πραγματοποιήσει,  αλλά δεν είναι ικανός ακόμα. Στην πραγματικότητα η εφηβεία είναι μία ανακατάταξη: οι μεταβολές σε σχέση με το σώμα συμπαρασύρουν και μεταβολές σε σχέση με τους άλλους και τον κόσμο στο σύνολό του, πρωτίστως όμως οδηγούν τον έφηβο στη δημιουργία ταυτότητας για να σταθεί,  σύντομα,  στον κόσμο των ενηλίκων. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο προκαλεί στους πιο πολλούς γονείς ανησυχία. Οι φόβοι είναι πάνω κάτω κοινοί σε όλους τους γονείς: οι «κακές παρέες», τα ναρκωτικά, οι ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες, οι χαμηλοί βαθμοί. Γιατί δυσκολευόμαστε τόσο πολύ να βάλουμε τα όρια; Γιατί, καταρχήν, δεν ξέρουμε ποια είναι. Συχνά οι γονείς ρωτούν τι επιτρέπεται σε κάθε ηλικία και τι απαγορεύεται, μέχρι ποια ώρα πρέπει να είναι έξω το βράδυ, πότε πρέπει να αρχίσει την σεξουαλική του ζωή. Υπάρχουν απόψεις που υποστηρίζουν ότι τα παιδιά πρέπει να μεγαλώνουν τελείως ελεύθερα, δημιουργείται συχνά υπερβολικός φόβος από μας τους ειδικούς σχετικά με τα ψυχικά τραύματα των παιδιών. Αυτό οδηγεί σε έλλειψη αυτοπεποίθησης και εμπιστοσύνης των γονιών σε παιδαγωγικά θέματα. Γιατί, τα όρια παίρνουν πολλές φορές ένα αρνητικό νόημα Ακούγοντας όρια το μυαλό πηγαίνει στην τιμωρία, στην αποθάρρυνση, στην απαγόρευση, στον ηθικό περιορισμό, στη διαρκή άρνηση ή στον έλεγχο, στην πίεση. Αυτό συνήθως προέρχεται από εμπειρίες που έχουμε ζήσει στη δική μας οικογένεια, με τους δικούς μας γονείς, που μπορεί να μας επέβαλαν πολύ αυστηρούς κανόνες και άκαμπτα όρια Θέτουμε αυστηρά όρια στα παιδιά, επειδή θέλουμε να τα προφυλάξουμε από «άσχημες» εμπειρίες. Επειδή δεν αντέχουμε να τα δούμε να πονούν, να πληγώνονται ή να απογοητεύονται. Μ’ αυτό τον τρόπο όμως τους στερούμε τη δυνατότητα να σταθούν στα πόδια τους, να μάθουν να παίρνουν αποφάσεις, να κάνουν επιλογές. Μ’ αυτό τον τρόπο τους στερούμε τη δυνατότητα να ζουν στην πραγματικότητα. Όποιος αφήνει να περάσουν τα παιδιά μόνο τα ευχάριστα και τα θετικά της καθημερινότητας, ελαχιστοποιεί τις εμπειρίες τους και περιορίζει την ποικιλία των γεγονότων της ζωής.   Φοβόμαστε ότι, αν θέσουμε όρια, θα γίνουμε δυσάρεστοι στα παιδιά και ίσως χάσουμε την αγάπη τους. Βάζουμε όρια που εμείς δεν τα τηρούμε. Για παράδειγμα, απαγορεύουμε στον έφηβο – πολλές φορές με αυστηρό τρόπο – να καπνίζει ενώ εμείς καπνίζουμε. Η κατάλληλη στιγμή Πολλές φορές, θυμόμαστε τα όρια μόνο όταν αυτά ξεπερνιούνται, δηλαδή πάνω στον καβγά, στην ένταση ή στη διαφωνία. Αυτή φυσικά, είναι η χειρότερη στιγμή για να θεσπιστούν κανόνες, και οι έφηβοι είναι βέβαιο ότι δεν τους λαμβάνουν σοβαρά υπόψη τους. Αντίθετα, οι πιθανότητες να λειτουργήσουν αντιδραστικά είναι πολύ αυξημένες. Η καλύτερη στιγμή,  είναι η ουδέτερη, χαλαρή ή ευχάριστη στιγμή. Τότε το έδαφος είναι πρόσφορο για να συζητήσετε με το παιδί σας τους όποιους κανόνες, ώστε να συμφωνήσετε από κοινού σε σχέση  με το χαρτζιλίκι, τις εξόδους, τη χρήση του τηλεφώνου, του Η/Υ κλπ.  Πώς θα βάλετε κανόνες Δεν υπάρχει κάποια μαγική συνταγή για την εφαρμογή των ορίων. Η σχέση με τους εφήβους είναι διαδραστική και οι γονείς απαιτείται να έχουν ξεκάθαρα προσωπικά όρια, τα οποία θα είναι σαφή, συγκεκριμένα και θα διαθέτουν ευελιξία στη συζήτηση με το παιδί τους. Οι κανόνες πρέπει να μπαίνουν πάντα έπειτα από συζήτηση μαζί του. Δώστε του τη δυνατότητα να αναπτύξει τις απόψεις ή τις ενστάσεις του. Έχει μεγάλη σημασία να διασφαλίσετε ότι το παιδί σας αποδέχεται την όλη διαδικασία και συμμετέχει. Ξέροντας ότι ερωτήθηκε και ότι η γνώμη του υπολογίστηκε, θα νιώθει μεγαλύτερη υπευθυνότητα απέναντί σας. Εξηγήστε στο παιδί ότι κάθε φορά που θα παραβαίνει έναν κανόνα, θα αντιμετωπίζει και τις συνέπειες. Χρησιμοποιείτε συστηματικά τη λέξη «συνέπειες» και όχι «τιμωρία». Το παιδί από την παιδική του ηλικία έχει κατανοήσει τη σχέση αιτίας και αποτελέσματος. Αισθάνεται, λοιπόν, ότι φέρει ευθύνη για το πιθανώς δυσάρεστο για εκείνο αποτέλεσμα, και ξέρει ότι είναι στο χέρι του να το αποτρέπει στο εξής με τη συμπεριφορά του. Η λέξη «τιμωρία», απεναντίας, έχει εξωγενή χροιά και κάνει το παιδί σας να αισθάνεται ότι του επιβάλλεστε αυταρχικά, χωρίς να συναισθάνεται το ρόλο του στην όλη διαδικασία. Αυτή η τακτική ενισχύει την αντιδραστικότητα του εφήβου. Διαβεβαιώστε τον ότι τον εμπιστεύεστε απόλυτα ιδιαίτερα σε ζητήματα τις που έχουν να κάνουν με τις συναναστροφές και την προσωπική του ζωή, αλλά ότι αντικειμενικά έχετε υποχρέωση να τον προφυλάσσετε από όσα δεν είναι ακόμα έτοιμος να αντιμετωπίσει. Eφόσον είναι ανήλικος, δυστυχώς ή ευτυχώς -εξηγήστε του-, φέρετε ευθύνες για ό,τι κι αν κάνει. Εννοείται πως οποιαδήποτε μορφή βίας είναι απαγορευτική. Όσο κι αν σας ενοχλεί η συμπεριφορά του εφήβου, προσπαθήστε να μη σηκώσετε το χέρι σας. Η βία στέλνει στο παιδί το μήνυμα πως είναι αποδεκτό να ελέγχεις τους άλλους με αυτή. Αξιολογείτε και επανεξετάζετε σε τακτά χρονικά διαστήματα τα όρια που έχετε θέσει στο παιδί σας σε διάφορους τομείς, ακόμα κι αν δεν έχετε αφορμές. Συνήθως, οι ελευθερίες αυξάνονται και τα όρια μειώνονται. Μερικές φορές φορές, όμως, χρειάζεται το αντίθετο.       Διερευνήστε τι κάνουν οι άλλοι γονείς συνομήλικων παιδιών, για να παζαρέψετε κάτι ανάλογο με την κόρη ή το γιο σας, π.χ. τι ώρα ζητούν από το παιδί τους να γυρίζει το βράδυ. Αν γενικά, διαπιστώσετε μεγάλες αποκλίσεις σε σχέση με τα όρια που θέτετε εσείς, αναρωτηθείτε γιατί συμβαίνει αυτό. Μπορεί το παιδί σας να είναι πολύ ανώριμο ή -αντίθετα- εξαιρετικά ώριμο, εσείς να είστε πολύ αυστηροί ή υπερβολικά χαλαροί, ή όλοι οι άλλοι γονείς υπερβολικά αδιάφοροι ή αυστηροί. Πρέπει να ξέρετε οπωσδήποτε τι από τα τρία ισχύει. Αφήστε κάποιους τομείς χωρίς όρια, ώστε το παιδί να αισθάνεται πως σε ορισμένες σφαίρες δραστηριοτήτων είναι ελεύθερο. Μπορεί να είναι π.χ. η μουσική, το χτένισμα, το σκουλαρίκι ή οι βαθμοί σε ένα δευτερεύον μάθημα. Αν  ο έφηβός σας καταπατά συνεχώς τα όρια, αναλογιστείτε για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό. Αν δυσκολεύεστε στην επικοινωνία μαζί του, αναζητήστε βοήθεια από ειδικό. Με τη συνεργασία της Αλεξάνδρας Καππάτου (ψυχολόγος – παιδοψυχολόγος – συγγραφέας, www. akappatou.gr).