Πολλά παιδιά – ιδιαίτερα τα πιο μικρά – δείχνουν να προτιμούν τη μαμά τους, στην αγκαλιά της οποίας νιώθουν μεγαλύτερη ασφάλεια, καθώς ο δεσμός τους έχει ξεκινήσει ήδη πριν από τη γέννησή τους. Ο ρόλος του πατέρα ήταν αρκετά παρεξηγημένος, ειδικά τα προηγούμενα χρόνια, καθώς εμφανιζόταν ως ο «δευτεραγωνιστής» στη σχέση με το παιδί. Υπήρχε μεν στο σπίτι, αλλά περισσότερο σαν φιγούρα, σαν έννοια ή άλλες φορές ως ο «τιμωρός» που έβαζε τάξη εκεί που η μητέρα αδυνατούσε. Είναι όμως ο ρόλος του πατέρα συμπληρωματικός στη ζωή και στο μεγάλωμα των παιδιών; Η απάντηση είναι φυσικά «όχι»!

Οι μπαμπάδες είναι τόσο σημαντικοί και ανεκτίμητοι για τη σωματική, συναισθηματική και πνευματική ανάπτυξη των παιδιών όσο και οι μαμάδες. Πολλές μελέτες καταλήγουν στο συμπέρασμα πως τα παιδιά που μεγαλώνουν με έντονη πατρική παρουσία τείνουν να είναι κοινωνικά ικανότερα, πιο ενθουσιώδη, συναισθηματικά υγιή και ικανά να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της ζωής, αλλά και να απόσχουν από τα στερεότυπα του φύλου, σε σχέση με τα παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς την παρουσία του πατέρα.

Μαθαίνουν τη διαφορά φύλου

 

Η διαφορά μητέρας / πατέρα παρέχει μια ποικιλία εμπειριών για τα παιδιά. Οι μπαμπάδες έχουν ένα ξεχωριστό στυλ επικοινωνίας μαζί τους. Λόγω αυτού, μέχρι την ηλικία των οκτώ εβδομάδων, τα βρέφη έχουν αποκτήσει την ικανότητα να καταλαβαίνουν τη διαφορά μεταξύ της μητέρας και του πατέρα στις μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις. Αυτή η ποικιλομορφία, από μόνη της, παρέχει στα παιδιά μια ευρύτερη και πλουσιότερη εμπειρία σχέσεων και αλληλεπίδρασης. Ετσι, είτε το συνειδητοποιούν είτε όχι, τα παιδιά μαθαίνουν από πολύ μικρή ηλικία, εμπειρικά, ότι οι άνδρες και οι γυναίκες είναι διαφορετικοί και έχουν διαφορετικούς τρόπους αντιμετώπισης της ζωής.

Εκπαιδεύονται στα όρια της επιθετικότητας

 

Τόσο οι μαμάδες όσο και οι μπαμπάδες χρησιμοποιούν έντονα την αφή, όταν παίζουν με τα μικρά τους. Ωστόσο οι μπαμπάδες το κάνουν με διαφορετικούς τρόπους. Τείνουν, δηλαδή, να χρησιμοποιούν περισσότερο το γαργαλητό και την πάλη, ενώ συνηθίζουν να τα πετούν στον αέρα (τη στιγμή που οι μαμάδες από δίπλα φωνάζουν «όχι τόσο ψηλά!»). Τα παιδιά που παίζουν ακατάπαυστα με τους μπαμπάδες τους μαθαίνουν ότι το δάγκωμα, οι κλωτσιές και άλλες μορφές σωματικής βίας δεν είναι αποδεκτά. Ο πατέρας, χρησιμοποιώντας λέξεις όπως «αρκεί» και «ηρέμησε», του δείχνει ποια είναι τα όρια και του μαθαίνει να ελέγχει τον εαυτό του. Επιπλέον, τα παιδιά μαθαίνουν την υγιή ισορροπία ανάμεσα στη δειλία και την επιθετικότητα.

Χτίζουν την εμπιστοσύνη στις δυνάμεις τους

 

Αν παρατηρήσουμε τους γονείς σε μια παιδική χαρά, ποιος είναι αυτός που ενθαρρύνει τα παιδιά να κάνουν κούνια λίγο πιο δυνατά ή να ανεβαίνουν λίγο πιο ψηλά ή να οδηγούν το ποδήλατό τους λίγο πιο γρήγορα; Από την άλλη, ποιος τα ενθαρρύνει να είναι πιο προσεκτικά, μην πέσουν και χτυπήσουν; Οι μαμάδες τείνουν να εφιστούν την προσοχή, ενώ οι μπαμπάδες συχνά τα ενθαρρύνουν να ξεπεράσουν τα όριά τους. Καθεμία από τις εναλλακτικές μπορεί να αποβεί καταστροφική, από μόνη της. Ωστόσο, ένα πάντρεμα των δύο δημιουργεί στα παιδιά την απαραίτητη οικοδόμηση ανεξαρτησίας, ενώ την ίδια στιγμή τα βοηθάει να παραμείνουν ασφαλή, διευρύνοντας τις εμπειρίες και την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους.

Μαθαίνουν να επικοινωνούν διαφορετικά

 

Στην επικοινωνία τους με τα παιδιά, μαμάδες και μπαμπάδες χρησιμοποιούν διαφορετικούς τρόπους. Η μαμά τείνει να απλοποιεί τον λόγο της και να μιλάει με τέτοιο τρόπο που θα είναι ευκολότερα κατανοητός από το παιδί της. Από την άλλη πλευρά, ο μπαμπάς δεν είναι και τόσο διατεθειμένος να τροποποιήσει τον λόγο του. Ο τρόπος που επιλέγει η μητέρα διευκολύνει την άμεση επικοινωνία. Ο τρόπος του πατέρα προκαλεί το παιδί να επεκτείνει το λεξιλόγιο, αλλά και τις γλωσσικές δεξιότητές του – ένα σημαντικό δομικό στοιχείο ακαδημαϊκής επιτυχίας. Τα λόγια του μπαμπά τείνουν να είναι σύντομα, άμεσα και περιεκτικά, ενώ οι μαμάδες τείνουν να είναι πιο περιγραφικές, προσωπικές και προφορικά ενθαρρυντικές. Τα παιδιά που δεν μαθαίνουν πώς να κατανοούν και να χρησιμοποιούν και τους δύο τρόπους επικοινωνίας, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να αντιμετωπίσουν πρόβλημα στη μετέπειτα ζωή τους, μιας και αμφοτέρους θα τους βρουν μπροστά τους μπαίνοντας στον κόσμο του ενηλίκου.

Προετοιμάζονται για τον πραγματικό κόσμο

 

Οι μπαμπάδες τείνουν να βλέπουν το παιδί τους σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο, ενώ οι μαμάδες τείνουν να βλέπουν τον υπόλοιπο κόσμο σε σχέση με το παιδί τους. Για παράδειγμα, οι μητέρες προσπαθούν να απομακρύνουν το παιδί από πράγματα του έξω κόσμου που θα μπορούσαν να το βλάψουν, όπως βία, αστραπές, ατυχήματα, ασθένειες, περίεργοι άνθρωποι, ακόμα και σκύλοι ή γάτες. Αντιθέτως, οι μπαμπάδες, χωρίς να αδιαφορούν για τα παραπάνω, επικεντρώνονται στο πώς τα παιδιά τους θα είναι ή δεν θα είναι προετοιμασμένα για μια δυσκολία που θα συναντήσουν στον κόσμο. Για παράδειγμα, οι μπαμπάδες προσπαθούν συχνά να βοηθήσουν τα παιδιά τους να δουν τις συνέπειες συγκεκριμένων πράξεων και συμπεριφορών. Ας πούμε, ένας πατέρας θα προειδοποιήσει το παιδί του ότι αν δεν τα πάει καλά στο σχολείο, δεν θα μπει στο Πανεπιστήμιο και αυτό θα έχει ως συνέπεια να μην μπορεί να βρει μια καλή δουλειά, ή πως αν είναι βίαιο με τα άλλα παιδάκια, δεν θα θέλουν να παίξουν μαζί του. Ο πατέρας προσπαθεί να ετοιμάσει το παιδί για τη σκληρότητα του πραγματικού κόσμου, τη στιγμή που η μητέρα επιδιώκει να το προστατεύσει από αυτόν. Και τα δύο είναι απαραίτητα, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της ενηλικίωσης.

Γνωρίζουν τον κόσμο των ανδρών

 

Τόσο τα κορίτσια όσο και τα αγόρια που μεγαλώνουν με έναν πατέρα που έχει καλή σχέση μαζί τους είναι πιο εξοικειωμένα και ασφαλή με τον κόσμο των ανδρών. Τα κορίτσια είναι πιθανότερο να έχουν πιο υγιείς και ισορροπημένες σχέσεις με τα αγόρια στην εφηβεία και τους άνδρες κατά την ενηλικίωση. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι μαθαίνουν από τους μπαμπάδες τους τη σωστή συμπεριφορά που πρέπει να επιδεικνύουν οι άνδρες απέναντι στις γυναίκες. Τα αγόρια, δε, που έχουν κοντά τούς μπαμπάδες τους καθώς μεγαλώνουν είναι λιγότερο πιθανό να γίνουν βίαια. Αυτό γιατί έχουν επιβεβαιώσει την αρρενωπότητά τους και μαθαίνουν από εκείνους πώς να χρησιμοποιήσουν τον ανδρισμό και τη δύναμή τους με θετικούς τρόπους. Οι πατεράδες μπορούν, επίσης, να βοηθήσουν τα αγόρια να καταλάβουν την αρσενική σεξουαλικότητα, την υγιεινή και την κατάλληλη για κάθε ηλικία συμπεριφορά. Κάτι που θα ήταν δύσκολο για μητέρα να το διδάξει στο αγόρι της.