Η εγκυμοσύνη αποτελεί αδιαμφισβήτητα μια πολύ σημαντική – αν όχι τη σημαντικότερη – περίοδο στη ζωή μιας γυναίκας. Παράλληλα, είναι και μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδος, κατά την οποία ο τρόπος ζωής, οι καθημερινές συνήθειες και οι διατροφικές επιλογές της μέλλουσας μητέρας επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό την ανάπτυξη και την υγεία του εμβρύου και παίζουν καθοριστικό ρόλο στην έκβαση της κύησης και την πιθανότητα εμφάνισης επιπλοκών.

Ειδικότερα, οι διατροφικές επιλογές της εγκύου απαιτούν μεγάλη προσοχή αφού από τη μία, στόχος είναι να καλυφθούν οι αυξημένες απαιτήσεις σε απαραίτητα θρεπτικά συστατικά για την ομαλή ανάπτυξη του εμβρύου, ενώ από την άλλη είναι σημαντικό να περιοριστεί ή και να αποφευχθεί η πρόσληψη παραγόντων με επιβαρυντική δράση.

Στη δεύτερη κατηγορία συγκαταλέγονται μεταξύ άλλων τα λεγόμενα βαρέα μέταλλα, χημικά στοιχεία που απαντώνται στη φύση αλλά δεν μπορούν να αξιοποιηθούν από τον ανθρώπινο οργανισμό, στον οποίο έχουν την τάση να συσσωρεύονται και να ασκούν τοξική δράση.

Τι είναι τα βαρέα μέταλλα

Τα βαρέα μέταλλα, με κυριότερους εκπροσώπους τον μόλυβδο, τον υδράργυρο, το κάδμιο και το αρσενικό απαντώνται σε όλο και υψηλότερες συγκεντρώσεις στο περιβάλλον, ως αποτέλεσμα ορισμένων φυσικών διεργασιών, αλλά και εξαιτίας ανθρωπογενών δραστηριοτήτων, όπως η καύση ορυκτών, η εξόρυξη μετάλλων, η διαχείριση αποβλήτων και η βιομηχανική δραστηριότητα.

Προοδευτικά, η συσσώρευση των εν λόγω στοιχείων στο οικοσύστημα έχει ως συνέπεια την είσοδό τους στην τροφική αλυσίδα και μέσω αυτής στον άνθρωπο.

Πώς μας απειλούν

Η παρουσία υψηλών συγκεντρώσεων βαρέων μετάλλων στον ανθρώπινο οργανισμό αποτελεί σημαντικό διατροφικό κίνδυνο, καθώς μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα υγείας.

Πιο συγκεκριμένα, κατά την ευαίσθητη περίοδο της εγκυμοσύνης, ορισμένα βαρέα μέταλλα, όπως ο υδράργυρος και ο μόλυβδος, μεταφέρονται στο έμβρυο μέσω του πλακούντα, αυξάνοντας τον κίνδυνο εμφάνισης επιπλοκών.

Ερευνητικά δεδομένα δείχνουν πως η αυξημένη έκθεση σε υδράργυρο κατά τη διάρκεια της κύησης συνδέεται με την πιθανότητα εμφάνισης νευροαναπτυξιακών διαταραχών στην παιδική ηλικία, ενώ η παρουσία υψηλών συγκεντρώσεων μολύβδου έχει συσχετισθεί με αυξημένο κίνδυνο πρόωρου τοκετού και γέννησης βρέφους με χαμηλό σωματικό βάρος.

Ποια ψάρια είναι επιβαρυμένα

Βασική πύλη εισόδου των βαρέων μετάλλων στον ανθρώπινο οργανισμό, πέρα από το κάπνισμα και την ατμοσφαιρική ρύπανση, είναι ορισμένα τρόφιμα. Ειδικότερα, υψηλές συγκεντρώσεις υδραργύρου έχουν βρεθεί σε πολλά είδη ψαριών, εξαιτίας της ολοένα αυξανόμενης μόλυνσης των υδάτων με βιομηχανικά λύματα και περιβαλλοντικούς ρύπους.

Μάλιστα, περισσότερο επιβαρυμένα φαίνεται να είναι τα μεγαλύτερα σε μέγεθος ψάρια που ζουν περισσότερο, όπως ο ξιφίας, ο τόνος και διάφορα καρχαριοειδή, καθώς τα βαρέα μέταλλα δεν απεκκρίνονται και προοδευτικά συσσωρεύονται στο σώμα των ψαριών.

Ωστόσο, πολλά είδη ψαριών αποτελούν παράλληλα πλούσιες πηγές ω-3 λιπαρών οξέων, η επαρκής πρόσληψη των οποίων θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική για τη φυσιολογική ανάπτυξη του εμβρύου, καθώς και άλλων απαραίτητων μικροθρεπτικών συστατικών όπως οι βιταμίνες Α και D, το ασβέστιο, ο φώσφορος, το σελήνιο και ο ψευδάργυρος.

Συνεπώς, η πιθανότητα ύπαρξης υψηλών συγκεντρώσεων βαρέων μετάλλων δεν θα πρέπει να λειτουργεί αποτρεπτικά, οδηγώντας σε πλήρη αποφυγή της κατανάλωσης ψαριών κατά τη διάρκεια της κύησης.

Ποια να προτιμήσουμε

Αντίθετα, οι διεθνείς οργανισμοί και φορείς, αναλύοντας τα διαθέσιμα ερευνητικά δεδομένα, καταλήγουν στο συμπέρασμα πως τα οφέλη της συστηματικής κατανάλωσης ψαριού φαίνεται να είναι μεγαλύτερα από τους πιθανούς κινδύνους.

Για τον λόγο αυτόν, οι συστάσεις αναφέρουν πως το διαιτολόγιο των εγκύων θα πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον 2 μερίδες ψαριού ανά εβδομάδα, εκ των οποίων η μία να προέρχεται από λιπαρά ψάρια, με υψηλή περιεκτικότητα σε ω-3 λιπαρά οξέα.

Συνεπώς, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή αναφορικά με το είδος των ψαριών που επιλέγονται. Συγκεκριμένα, συστήνεται η αποφυγή της κατανάλωσης μεγάλων ψαριών όπως ο ξιφίας και ο τόνος, που είναι πιθανότερο να περιέχουν υψηλές συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων και ρυπογόνων ουσιών.

Εναλλακτικά, θα πρέπει να προτιμώνται μικρότερα ψάρια, όπως για παράδειγμα η σαρδέλα και ο γαύρος, τα οποία αποτελούν εξίσου θρεπτικές επιλογές και μπορούν να προσφέρουν όλα τα απαραίτητα συστατικά με μεγαλύτερη ασφάλεια.