Όσο εμείς ως γονείς επωμιζόμαστε το άγχος για τις σχολικές υποχρεώσεις του παιδιού, εκείνο δεν πρόκειται να αναλάβει τη δική του ευθύνη. Δεν είναι λίγες οι φορές άλλωστε που η αδιαφορία του παιδιού έρχεται ως απάντηση στην πίεση του γονέα. Αν πιέζουμε το παιδί προκειμένου να διαβάσει για να γίνει γιατρός ή δικηγόρος, το απομακρύνουμε συναισθηματικά.

Σε κάθε περίπτωση, δεν μπορούμε να υποχρεώσουμε το παιδί να διαβάσει και να αφομοιώσει νέες γνώσεις, αφού κάτι τέτοιο απαιτεί συνειδητή και ενεργή προσπάθεια. Έτσι, αφήνουμε το παιδί να βάλει τους δικούς του στόχους, τους οποίους οφείλουμε να σεβαστούμε.

Με αυτόν τον τρόπο του δίνουμε να καταλάβει αφενός ότι το εμπιστευόμαστε, αφετέρου ότι το αγαπάμε όπως είναι. Και αυτό το μήνυμα είναι το πιο σημαντικό εφόδιο που μπορεί να δώσει ένας γονιός στο παιδί του.

Τι πρέπει να κάνουμε ως γονείς

Πολλοί γονείς θεωρούν ότι το διάβασμα του παιδιού για το σχολείο είναι δικό τους καθήκον. Ένα καθήκον που ξεκινά στην πρώτη τάξη του Δημοτικού και ολοκληρώνεται στην τελευταία τάξη του Λυκείου με την προετοιμασία για τις πανελλαδικές εξετάσεις. Ωστόσο, ως γονείς οφείλουμε να ενθαρρύνουμε και να ενισχύσουμε την αυτονομία του παιδιού, η οποία καλό είναι να καλλιεργείται ήδη από τη νηπιακή ηλικία.

Η αυτονομία σχετίζεται με την αίσθηση παραγωγικότητας και επιτυχίας και κατ’ επέκταση με την αυτοεκτίμηση. Αν δεν αφήσουμε στο μικρό μας τον χώρο να είναι παραγωγικό και αποτελεσματικό βασιζόμενο στις δικές τους δυνάμεις, δεν θα το βοηθήσουμε να χτίσει μια καλή αυτοεικόνα. Κρατώντας λοιπόν αυτό κατά νου, ερχόμαστε για να βοηθήσουμε το παιδί να οργανώσει τη μελέτη του, σύμφωνα με τις οδηγίες της δασκάλας του, έτσι ώστε να μην υπάρξει κάποια ασυμφωνία που θα το μπερδέψει.

Πώς θα βοηθήσουμε ουσιαστικά το παιδί

  • Φροντίζουμε ο χώρος στον οποίο διαβάζει να είναι σταθερός κάθε ημέρα (π.χ. το δωμάτιό του ή ένας ειδικά διαμορφωμένος χώρο στο σαλόνι). Ο χώρος αυτός πρέπει να είναι ήσυχος και χωρίς πηγές περισπασμού, π.χ. τηλεόραση, κινητό, υπολογιστή. Το γραφείο του παιδιού πρέπει να είναι απλό και λειτουργικό, ώστε να μην αποσπάται η προσοχή του.
  • Για να μάθουμε το μικρό παιδί να οργανώνει τη μελέτη του, τοποθετούμε το σχολικό πρόγραμμά του σε ένα εμφανές σημείο στο γραφείο του και του δείχνουμε πώς θα τοποθετήσει τα βιβλία και τα τετράδιά του ανά μάθημα, ώστε να είναι οργανωμένα και να τα βρίσκει εύκολα.
  • Για να δώσουμε κίνητρο στο παιδί να τελειώσει εγκαίρως τα μαθήματά του, μπορούμε να συνάψουμε μια συμφωνία μαζί του. Για παράδειγμα, αν καταφέρει να τελειώσει τη μελέτη του στην ώρα του, μετά θα μπορέσει να παίξει. Η επιβράβευση ωστόσο πρέπει να είναι μια δραστηριότητα που το ευχαριστεί και όχι μια υλική αμοιβή (π.χ. παιχνίδι, γλυκό ή χρήματα). Στόχος είναι να επιβραβεύσουμε το παιδί, όχι να το δωροδοκήσουμε.
  • Ελέγχουμε τις ασκήσεις του παιδιού, δεν σπεύδουμε να διορθώσουμε τα λάθη που εντοπίζουμε, αλλά του προτείνουμε να ελέγξει ξανά το ίδιο τις απαντήσεις του, ώστε να εντοπίσει τα λάθη του και να τα διορθώσει. Αν τα γράμματά του είναι δυσανάγνωστα ή επαναλαμβάνει τα ίδια λάθη, το ρωτάμε αν είναι ικανοποιημένο και του εξηγούμε πως έχει τη δυνατότητα να γίνει καλύτερο.
  • Όταν αφήνουμε το παιδί να διαβάσει μόνο του, δεν ελέγχουμε τα τετράδιά του. Περιοριζόμαστε στο να το ρωτήσουμε αν κατάφερε να ολοκληρώσει το διάβασμά του. Επίσης, καλό είναι να κρατάμε επαφή με τους δασκάλους του, ώστε να ξέρουμε αν έχει καταφέρει να βρει τους ρυθμούς του στο διάβασμα.

 

Δεν ξεχνάμε ότι…

Όσες ώρες κι αν ξοδέψουμε μιλώντας στο παιδί για το πόσο σημαντικό είναι να διαβάζει, δεν θα καταφέρουμε και πολλά αν δεν θέσουμε εμείς οι ίδιοι τις σωστές βάσεις. Αλλωστε, για τα παιδιά μας λειτουργούμε ως πρότυπα. Επομένως, είναι σημαντικό να καλλιεργήσουμε μια κουλτούρα ανάγνωσης στο σπίτι, φέρνοντας το παιδί σε επαφή με τα βιβλία από μικρή ηλικία, αλλά και διαβάζοντας οι ίδιοι βιβλία. Ένα παιδί που είναι εξοικειωμένο με τα βιβλία, θα μπει πιο εύκολα στη λογική του διαβάσματος για το σχολείο και θα έχει εξασκήσει ήδη τη συγκέντρωσή του. Αντιθέτως, ένα παιδί που έχει μάθει να περνάει τον περισσότερο χρόνο του βλέποντας τηλεόραση ή παίζοντας στο τάμπλετ, θα δυσκολευτεί περισσότερο να μείνει συγκεντρωμένο στο βιβλίο.

Προσοχή!

Ένα παιδί που αρνείται να διαβάσει, δεν το κάνει απαραίτητα από ισχυρογνωμοσύνη ή τεμπελιά. Το παιδί μπορεί πράγματι να αντιμετωπίζει δυσκολία συγκέντρωσης, υπερκινητικότητα ή δυσλεξία, παράγοντες που δυσκολεύουν την ικανότητά του να μελετήσει και να αποδώσει στο σχολείο. Ακόμη και σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν υπάρχει λόγος να ανησυχούμε και να απογοητευόμαστε. Ένας παιδοψυχολόγος που ειδικεύεται στις σχολικές δυσκολίες είναι ο πλέον κατάλληλος να εντοπίσει τη ρίζα του προβλήματος και να μας προτείνει τρόπους αντιμετώπισης.