Τα παιδιά που έχουν υψηλή συναισθηματική ευφυΐα είναι πιο εύκολο να διαχειριστούν διάφορες απαιτητικές καταστάσεις και δύσκολα συναισθήματα. Για παράδειγμα μπορούν να αντιμετωπίσουν καλύτερα την απογοήτευση και το άγχος, ενώ είναι λιγότερο πιθανό να αναπτύξουν κατάθλιψη.
Με άλλα λόγια, όταν πρόκειται για την προστασία της ψυχικής υγείας του παιδιού μας, η συναισθηματική ανθεκτικότητα είναι το «κλειδί».
Διαβάστε επίσης: Παιδιά: Γιατί είναι τόσο αντιδραστικά το πρωί;
Τα παιδιά που αντέχουν περισσότερο σε συναισθηματικό επίπεδο ανακάμπτουν πιο γρήγορα από τα δυσάρεστα συναισθήματα, ενώ φαίνεται πως -κατά κύριο λόγο- προέρχονται από οικογένειες, όπου οι γονείς τους έχουν την ίδια ικανότητα: να διαχειρίζονται αποτελεσματικά τις συναισθηματικές τους αντιδράσεις.
Τα παιδιά είναι γνωστό πως μαθαίνουν παρατηρώντας του γονείς τους, οπότε αν η συμπεριφορά του πατέρα ή της μητέρας τους έχει στοιχεία συναισθηματικής ευφυΐας, τότε είναι πολύ πιθανό να διαχειριστούν και αυτά καλύτερα όσα νιώθουν, αναπτύσσοντας ένα συναισθηματικό τείχος προστασίας.
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι θα γίνουν αδιάφορα ή σκληρά, το αντίθετο μάλιστα. Θα έρθουν πιο κοντά με τα συναισθήματά τους, θα συνδεθούν με αυτά, θα τα αποδεχτούν και θα μάθουν να τα ρυθμίζουν.
Όταν δείχνουμε στα παιδιά μας ότι τα συναισθήματα δεν είναι ντροπιαστικά ή απαγορευμένα, τα διδάσκουμε να τα αποδέχονται και να τα θεωρούν φυσιολογικά, κάτι που είναι και το πρώτο βήμα για να τα διαχειριστούν. Έτσι, θα μάθουν να χειρίζονται τις πιθανές συγκρούσεις, την ταραχή και όλα αυτά με μεγαλύτερη σοφία και αυτοπεποίθηση, που θα τα βοηθήσει στη ζωή τους.
Οι συνήθειες των γονιών, που βοηθούν τα παιδιά να γίνουν περισσότερο συναισθηματικά ευφυή
Οι γονείς που μεγαλώνουν συναισθηματικά ευφυή παιδιά κάνουν τέσσερα πράγματα και οι ίδιοι, και όσο περισσότερο εξασκούν αυτές τις δεξιότητές τους, τόσο πιο εύκολο είναι να τις μεταδώσουν και στα παιδιά τους. Αυτές οι δεξιότητες είναι οι ακόλουθες:
Παρατήρηση και αναγνώριση
Οι ανθεκτικοί γονείς αναγνωρίζουν ότι τα αρνητικά συναισθήματα δεν προορίζονται για να «θαφτούν», να απορριφθούν ή να κατασταλούν. Ξέρουν ότι το να τα αγνοούμε τα κάνει μόνο να «βρυχώνται» πιο δυνατά και να μαζεύονται, δημιουργώντας ένα «βουνό» δυσαρέσκειας.
Αυτό που ανακουφίζει την ενόχλησή μας από αυτά είναι να ονομάσουμε τα συναισθήματά μας ένα προς ένα. Πείτε στον εαυτό σας, λοιπόν, με απλές λέξεις τι νιώθετε, βγάλτε τα από μέσα σας. Μόνο αν εκφραστούμε, μπορούμε να κάνουμε βήματα για να νιώσουμε καλύτερα ή να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας.
Για παράδειγμα, αν είμαστε γεμάτοι οργή, μπορεί να χρειαστεί να θέσουμε ένα όριο ή αν νιώθουμε άγχος, η συζήτηση με έναν φίλο ή το περπάτημα μπορεί να βοηθήσουν.
Όταν οι γονείς διαχειρίζονται τα δικά τους συναισθήματα, τα παιδιά μαθαίνουν ότι τα συναισθήματα είναι μέρος της καθημερινής ζωής, που είναι εξίσου πολύτιμο για την υγεία μας όσο ο ύπνος και η άσκηση.
Μπορούν να τα ρυθμίζουν
Όταν βλέπουμε ένα θρίλερ, νιώθουμε φοβισμένοι. Αυτό συμβαίνει επειδή τα συναισθήματα είναι μεταδοτικά. Αν ο φόβος ενός φανταστικού χαρακτήρα μπορεί να διαπεράσει την οθόνη και να επηρεάσει έναν ενήλικα, η ταραχή των γονιών μπορεί σίγουρα να μεταδοθεί στα παιδιά τους.
Επομένως, πρέπει οι γονείς να ξεκινήσουν με τη ρύθμιση των δικών τους συναισθημάτων, για να επηρεάσουν προς αυτή την κατεύθυνση και τα παιδιά τους.
Συναισθηματικά ευφυή παιδιά: Δεν βάζουμε ταμπέλες
Τα συναισθήματα συχνά κατηγοριοποιούνται με βάση το πώς μας κάνουν να νιώθουμε. Έτσι, συνήθως τα χωρίζουμε σε «καλά» και «κακά», όροι πολύ γενικοί, με φόρτιση που δεν μας αφήνει να τα αποδεχτούμε και να τα αντιμετωπίσουμε λογικά.
Τα συναισθήματα, στην πραγματικότητα, δεν είναι καλά ή κακά, είναι απλώς δεδομένα και οι πληροφορίες που μας παρέχουν είναι ωφέλιμες και εφαρμόσιμες στη ζωή μας.
Η θλίψη, για παράδειγμα, μας λέει ότι υπάρχει κάτι για το οποίο πρέπει να πενθήσουμε, ο ενθουσιασμός μάς κάνει να θέλουμε να γιορτάσουμε, ενώ η υγιής ενοχή μάς αποτρέπει από το να συμπεριφερόμαστε άσχημα στους άλλους.
Ενδοσκόπηση
Ο τρόπος με τον οποίο οι γονείς αντιμετωπίζουν τα συναισθήματα του παιδιού τους είναι καθοριστικός. Αν, ας πούμε, η δυσφορία του παιδιού απορρίπτεται ή γίνεται αντικείμενο ντροπής επανειλημμένα, το παιδί μαθαίνει να αποφεύγει αυτό το συναίσθημα και πιθανόν να κατηγορεί ακόμη και τον εαυτό του, όταν το νιώθει.
Αν δυσκολευόμαστε να διαχειριστούμε κάποιο συγκεκριμένο συναίσθημα, η ενδοσκόπηση μπορεί να μας βοηθήσει να καταλάβουμε γιατί συμβαίνει αυτό. Έτσι, σιγά – σιγά, ενδέχεται να διασφαλίσουμε ότι δεν θα επαναληφθούν τα ίδια λάθη.