Οι πρώτες μας εμπειρίες, κυρίως κατά τα πρώτα πέντε χρόνια της ζωής μας, έχουν καθοριστική σημασία για τον τρόπο που βλέπουμε τον κόσμο και τον εαυτό μας. Είναι σαν να ξεκινάμε τη ζωή μας όντας ένας λευκός καμβάς και αυτές οι πρώιμες εμπειρίες να «ζωγραφίζουν» τις πεποιθήσεις και τις προσδοκίες που θα κουβαλάμε για πάντα. Όμως, επειδή αυτές οι «ιστορίες» διαμορφώνονται τόσο νωρίς, συνήθως δεν τις αντιλαμβανόμαστε. Παρότι μη συνειδητές, παίζουν καθοριστικό ρόλο στις αποφάσεις και τη συμπεριφορά μας μακροπρόθεσμα.
Φαντάσου για παράδειγμα πως όταν ήσουν παιδί σε δάγκωσε ένας σκύλος και από τότε τους φοβάσαι πολύ. Τώρα που έχεις δικό σου παιδί, δεν θέλεις να ζει με αυτόν τον φόβο καθώς ξέρεις πως οι περισσότεροι σκύλοι είναι φιλικοί και τρυφεροί. Όμως, όταν βρίσκεστε κοντά σε σκύλους, γίνεσαι εμφανώς ανήσυχος/η και νευρικός/ή. Χωρίς να το θέλεις, το παιδί νιώθει αυτή την αγωνία σου και μαθαίνει να φοβάται επίσης. Αυτός είναι ένας τρόπος που μεταδίδουμε τις… ιστορίες μας — όχι απαραίτητα με λόγια, αλλά μέσα από τη στάση και τη συμπεριφορά μας.
Διαβάστε επίσης: Όταν το παιδί απομακρύνεται συναισθηματικά – Πώς αντιδράμε;
Σχεδόν όλα όσα λέμε και κάνουμε επηρεάζουν τα παιδιά μας. Μεταδίδουμε όχι μόνο τα γονίδιά μας, αλλά και όλες τις στάσεις, τις πεποιθήσεις, τις ελπίδες, τους φόβους, τα όνειρά μας… Καμιά φορά, μάλιστα, χωρίς να το καταλάβουμε, περνάμε στα παιδιά ανθυγιεινά μηνύματα, δημιουργώντας μέσα τους αμφιβολίες και φόβους. Για παράδειγμα, μπορεί να θέλουμε το παιδί μας να είναι πιο ανθεκτικό, πιο κοινωνικό, πιο υπεύθυνο ή πιο ευαίσθητο από ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Όταν οι προσδοκίες μας συγκρούονται με τα πραγματικά συναισθήματα και τις δυνατότητες του παιδιού, το μήνυμα που λαμβάνει είναι πως δεν είναι αρκετά καλό όπως είναι και πως πρέπει να αλλάξει για να μας ικανοποιήσει.
Σκεφτείτε την περίπτωση ενός παιδιού που χάνει το αγαπημένο του κατοικίδιο. Ο γονιός του λέει να μην κλαίει και του αγοράζει αμέσως ένα καινούριο. Όταν το παιδί χτυπά και πονά, ο γονιός το ενθαρρύνει να «το ξεχάσει γρήγορα». Όταν απορρίπτεται από ένα φίλο, ο γονιός του λέει «μη στεναχωριέσαι, έχεις άλλους φίλους». Αν και αυτές οι αντιδράσεις είναι γεμάτες καλή πρόθεση και θέλουν να προστατέψουν το παιδί, καταλήγουν να του στέλνουν το μήνυμα ότι δεν πρέπει να εκφράζει τη λύπη ή την απογοήτευσή του. Με αυτόν τον τρόπο, το παιδί μπορεί να νιώσει ότι είναι αδύναμο, ότι οι δυσκολίες είναι κάτι που δεν μπορεί να αντέξει ή ότι απογοητεύει τους γονείς του.
Οφείλουμε να κάνουμε τα παιδιά μας να νιώθουν αποδεκτά και ικανά
Το κλειδί είναι να προσαρμόζουμε τις επιθυμίες μας στις πραγματικές δυνατότητες και τις ανάγκες του παιδιού μας. Δεν ωφελεί να το πιέσουμε υπερβολικά αλλά ούτε να το αφήσουμε εντελώς ανεξέλεγκτο. Πρέπει να βρούμε την ισορροπία ανάμεσα σε αυτό που το παιδί μπορεί να διαχειριστεί και σε αυτό που εμείς ως γονείς επιθυμούμε. Όσο περισσότερο εστιάζουμε στο πού βρίσκεται το παιδί μας αυτή τη στιγμή και όχι στο πού θα θέλαμε να είναι, τόσο μειώνουμε τον κίνδυνο να του περάσουμε άθελά μας αρνητικές πεποιθήσεις για τον εαυτό του.
Τέλος, καλό είναι να παρατηρούμε πότε τα δικά μας έντονα συναισθήματα — φόβος, άγχος, απογοήτευση — μάς κάνουν να αντιδρούμε με τρόπο που μπορεί να πληγώνει το παιδί. Αν το κατανοήσουμε αυτό, μπορούμε να βάλουμε φρένο, να αναρωτηθούμε αν αυτά που λέμε και κάνουμε είναι όντως προς το συμφέρον του και να προσαρμόσουμε τη στάση μας.
Με λίγα λόγια, η καλύτερη «κληρονομιά» που μπορούμε να αφήσουμε στα παιδιά μας είναι να τα βοηθήσουμε να νιώθουν ασφαλή, αποδεκτά και ικανά να εκφράσουν κάθε συναίσθημα, καλό ή κακό. Αυτό θα τους δώσει τη βάση να αναπτυχθούν υγιή, ευτυχισμένα και με αυτοπεποίθηση.