Όπως δημοσιεύεται στην επιστημονική επιθεώρηση «PLOS Computational Biology», η τάση που έχουν οι άντρες να επιλέγουν οι σύντροφοί τους να είναι μικρότερης ηλικίας, είχε ως αποτέλεσμα εξελικτικά να καταστεί ανούσια η γονιμότητα των μεγαλύτερων γυναικών, κι επομένως να οδηγούνται στην εμμηνόπαυση.

Πιο συγκεκριμένα, οι εξελικτικοί γενετιστές από το Πανεπιστήμιο Μακ Μάστερ βασίστηκαν σε ένα πρόγραμμα ηλεκτρονικού υπολογιστή, που σχεδιάστηκε αποκλειστικά για τις ανάγκες της μελέτης τους. Αυτό που διαπίστωσαν ήταν ότι, λόγω του επιλεκτικού ζευγαρώματος των αντρών, πρακτικά «δεν υπάρχει λόγος» για τις μεγαλύτερες γυναίκες να συνεχίσουν να είναι γόνιμες. Επομένως, η έλλειψη της αναπαραγωγής δίνει το έναυσμα στην εμμηνόπαυσή τους.

Αυτό το συμπέρασμα έρχεται σε πλήρη αντίθεση με ό,τι πιστεύαμε μέχρι σήμερα και εξηγεί γιατί το ανθρώπινο είδος είναι το μόνο από τα θηλαστικά που δεν μπορεί να αναπαραχθεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Η άποψη που επικρατούσε ήταν ότι η εμμηνόπαυση έρχεται κάποια στιγμή στις γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας ως μια κατάσταση που τις εμποδίζει να συνεχίσουν να αναπαράγονται και αποδίδεται στην «επίδραση της γιαγιάς». Και τι ακριβώς σημαίνει αυτό; Ότι οι γυναίκες χάνουν τη γονιμότητά τους σε μια ηλικία που θεωρείται ότι είναι πιθανό να μη ζήσουν τόσα χρόνια όσα χρειάζεται ώστε να δουν το παιδί τους να μεγαλώνει. Παράλληλα, σε αυτή την ηλικιακή φάση της ζωής τους είναι σε θέση να ασχοληθούν με τη φροντίδα των παιδιών που φέρνουν στον κόσμο τα δικά τους παιδιά, δηλαδή με τα εγγόνια τους.

Ωστόσο, οι ερευνητές πιστεύουν ότι είναι πιθανή μια μετάλλαξη αυτού του προτύπου, κρίνοντας από το γεγονός ότι στις μέρες μας η μέση γυναίκα μπαίνει στην εμμηνόπαυση στην ηλικία περίπου των 52 χρόνων, παρόλο που -δεδομένου της αύξησης του προσδόκιμου ζωής- πιθανολογείται ότι θα ζήσει για τουλάχιστον ακόμη 30 χρόνια. Επομένως, οι γυναίκες που τεκνοποιούν σε μεγαλύτερη ηλικία είναι πιθανό να καθυστερήσουν και την εμμηνόπαυσή τους, και με τον καιρό να το μεταβιβάσουν αυτό γενετικά και στις κόρες τους.