Ο σχολικός εκφοβισμός έρχεται στην επικαιρότητα συνήθως όταν ένα από τα χιλιάδες περιστατικά έχει τραγική έκβαση. Ομως, η ψυχολογική και η σωματική κακοποίηση είναι καθημερινή τραγωδία, από εκείνες που σημαδεύουν ψυχές και σώματα για όλη τη ζωή. Την ίδια ώρα, οι πρωτοβουλίες κρατικών και ιδιωτικών φορέων δείχνουν να μην επαρκούν για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Είναι ανίκητος ο σχολικός εκφοβισμός; Ο ψυχίατρος – ψυχοθεραπευτής Δημήτρης Παπαδημητριάδης εξηγεί ότι η αιτία που το bullying δεν δείχνει να υποχωρεί ως φαινόμενο είναι διότι δίνουμε έμφαση κυρίως στην ανίχνευση των προειδοποιητικών σημείων που αφορούν το «θύμα», ενώ αποτυγχάνουμε να συζητήσουμε τους λόγους που ένα παιδί γίνεται «θύτης».

Το bullying στο σχολείο

Με βάση τα αποτελέσματα μελετών, περίπου ένας στους τρεις μαθητές έχει υποστεί κάποιας μορφής εκφοβισμό εντός του σχολικού περιβάλλοντος, με συχνότητα δύο ώς τρεις φορές το μήνα ή και περισσότερο. Τα αγόρια είναι πιο συχνά θύτες και θύματα εκφοβιστικής συμπεριφοράς, η οποία εκδηλώνεται κυρίως στο σχολικό περιβάλλον σε χώρους με ελλιπή επίβλεψη από τους εκπαιδευτικούς, όπως η αυλή, ο διάδρομος και η τάξη κατά τη διάρκεια του διαλείμματος.

Πώς επηρεάζει τα παιδιά μας

Το bullying μπορεί να επηρεάσει την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού και τη διαδικασία της μάθησης. Συγκεκριμένα, τα παιδιά που γίνονται θύματα σχολικού εκφοβισμού, αρχικά νιώθουν φόβο, απόγνωση και παρουσιάζουν τάσεις φυγής. Αισθάνονται ότι απειλούνται, τρομάζουν, αρνούνται να πάνε σχολείο και παρουσιάζουν συμπτώματα σχολικής φοβίας. Μπορεί επίσης να γίνουν επιθετικά και νευρικά, ενώ δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις όπου τα ίδια τα παιδιά-θύματα μπορούν να γίνουν θύτες σε άλλα παιδιά ή στα αδέλφια τους στο σπίτι.

Πώς γίνεται ένα παιδί «θύτης»

Το bullying, όπως όλες οι μορφές βίας (ψυχολογική, σωματική κ.λπ.), είναι σύμπτωμα της ίδιας της ανθρώπινης φύσης. Τα παιδιά σε αυτές τις ηλικίες δεν έχουν ακόμη ανεπτυγμένη την ικανότητα της συναισθηματικής ταύτισης με τους άλλους και επομένως δεν έχουν προλάβει να αναπτύξουν ενδογενώς τη συμπονετικότητα.

Η ρίζα βρίσκεται στη μίμηση

Γίνονται εκφραστές της βίας μιμούμενοι τις συμπεριφορές των ενηλίκων και αποδέχονται τις πράξεις – και κυρίως τις στάσεις τους – ως πρότυπα της δικής τους σκέψης και συμπεριφοράς μέσω μιας σύνθετης διαδικασίας που βασίζεται στην παρατήρηση. Οσο η κοινωνία των μεγάλων αδυνατεί να εμπεδώσει το πνεύμα της ανοχής στο διαφορετικό ή ανθίσταται στην αναγνώριση ισοτιμίας για όλα τα μέλη της, κάποια παιδιά θα συνεχίζουν να βασανίζουν κάποια άλλα. Κατά κανόνα, τα παιδιά γίνονται «νταήδες» είτε γιατί αφομοιώνουν συγκεκριμένα μηνύματα από το σπίτι, είτε γιατί εκτονώνουν συναισθήματα θυμού ή απόρριψης που προσλαμβάνουν από το σπίτι. Εχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και επιδιώκουν να κερδίζουν την προσοχή και τον θαυμασμό των φίλων τους ή νιώθουν τα ίδια αδύναμα και απομονωμένα.

Τι πρέπει να κάνει ο γονιός του παιδιού – θύματος εκφοβισμού

Πώς θα το καταλάβετε

  • Θα πρέπει να υποψιαστείτε ότι το παιδί σας είναι θύμα εκφοβισμού όταν δείχνει θλιμμένο ή ανήσυχο. Οταν επιστρέφει σπίτι θυμωμένο ή επιθετικό, ή όταν παρατηρείτε σημεία βίας πάνω του, όπως μώλωπες, σπασμένα ή χαμένα προσωπικά αντικείμενα, σκισμένα ρούχα κ.ά. Αν εμφανίζει διαταραχές του ύπνου, όπως η αϋπνία, ο νυκτερινός τρόμος, οι συχνοί εφιάλτες και η νυχτερινή ενούρηση.
  • Αναρωτηθείτε αν αποσύρεται από τις παρέες και προτιμά να περνά χρόνο μόνο του. Αν διαμαρτύρεται για ανεξήγητα αλλά επίμονα σωματικά συμπτώματα όπως οι πονοκέφαλοι και τα γαστρεντερικά ενοχλήματα. Μην απλοποιείτε το άγχος που εκδηλώνει απέναντι στο σχολείο όταν βρίσκει δικαιολογίες να αποφεύγει το σχολείο ή όταν μειώνεται αιφνίδια η επίδοση στο σχολείο.
  • Ρωτήστε το αν φοβάται ένα άλλο παιδί που ηγείται της ομάδας και αν συμμορφώνεται με εκείνο από φόβο ότι θα στραφεί εναντίον του. Ρωτήστε, ακόμα, σε ποια ομαδικά παιχνίδια συμμετέχει και ποιος αποφασίζει για τη συμμετοχή σε αυτά, τον τόπο και τον χρόνο τους. Προσπαθήστε να μάθετε αν έχει αλλάξει παρέες.

Πώς θα το αντιμετωπίσετε

  • Εξηγήστε από την αρχή στο παιδί σας τι σημαίνει νταηλίκι: Να υποφέρω τον εκφοβισμό δεν σημαίνει ότι είμαι αδύναμος. Να είμαι ο νταής δεν σημαίνει ότι είμαι δυνατός.
  • Να βάζετε κάθε φορά τα δικά σας συναισθήματα στην άκρη και να ακούτε το παιδί σας χωρίς εκνευρισμό ή θυμό. Να ενθαρρύνετε τα παιδιά να μιλούν. Συνήθως δυσκολεύονται να εξηγούν αυτά τα περιστατικά ή πολύ περισσότερο αισθάνονται τα ίδια υπεύθυνα για αυτά. Μπορείτε να επιστρατεύετε μια ευχάριστη κοινή σας δραστηριότητα, το αγαπημένο του παιχνίδι, τη διήγηση μιας ιστορίας, εικόνες ανθρώπων με διαφορετικές εκφράσεις και τη σημασία τους.
  • Ποτέ μην υποτιμάτε την αφήγηση μιας εμπειρίας, π.χ. ως υπερβολικής και ποτέ μη συμβουλεύετε το παιδί σας να αγνοήσει μια ενοχλητική εμπειρία. Αυτό, πιθανόν, να έχει στο μέλλον τη συνέπεια να εξοικειωθεί το παιδί με τις παρενοχλήσεις και να αποκτήσει μια υπομονετικότητα που θα το καταστήσει, ενδεχομένως, ακόμη πιο ευάλωτο.
  • Αποφεύγετε πρωτοβουλίες προς τα άλλα παιδιά, τις οικογένειές τους ή το σχολείο, χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του παιδιού σας. Ρωτήστε το παιδί σας πώς θα ήθελε να βοηθήσετε. Μην το εξαιρείτε από τις αποφάσεις για τις επόμενες κινήσεις σας. Ενδέχεται η δική σας άμεση παρέμβαση να αποτελεί τον χειρότερο φόβο του και ακριβώς εκείνη την έκβαση που το παιδί σας θα ήθελε να αποφύγει περισσότερο.
  • Αναρωτηθείτε αν το παιδί σας νιώθει διαφορετικό. Μην προσποιείστε ότι αυτό δεν συμβαίνει. Διαβεβαιώστε το ότι δεν φταίει. Μοιραστείτε μαζί του δικές σας αντίστοιχες εμπειρίες ή εξηγήστε ότι πολλοί ακόμη άνθρωποι (ίσως με αναγνωρίσιμα παραδείγματα επώνυμων ή συγγενικών προσώπων) έχουν υποστεί εκφοβισμό ή άλλη κακοποίηση.
  • Δείξτε ειλικρινή διάθεση να προσεγγίσετε το παιδί και το πρόβλημα. Η προβολή μιας ισχυρής, δικής σας, προσωπικότητας μπορεί να λειτουργεί αποτρεπτικά στη διάθεση του παιδιού να εκμυστηρεύεται τα δικά του συναισθήματα και να επιφέρει το αντίθετο αποτέλεσμα.
  • Προσεγγίζετε ευγενικά τους διδάσκοντες, με λεπτομέρειες για τα συμβάντα που έχετε καταγράψει με τη συμμετοχή του παιδιού σας. Ενίοτε συμβαίνει να τιμωρείται το «θύμα» αντί του «θύτη», επειδή αμύνθηκε και στοχοποιήθηκε άδικα με τη φτωχή μεταφορά των γεγονότων στους διδάσκοντες. Αποφεύγετε την επίθεση στο προσωπικό του σχολείου. Αντί να κατηγορείτε το σχολείο για αμέλεια, να επιδιώκετε τη συνεργασία. Να ρωτάτε τους διδάσκοντες πώς σκέπτονται να διαχειριστούν το πρόβλημα. Ζητάτε ευγενικά να έχετε ενημέρωση για τα επόμενα βήματα. Να δίνετε τον χρόνο και την ευκαιρία στο σχολείο να ανταποκριθεί σωστά.

Τι πρέπει να κάνει ο γονιός του παιδιού-θύτη

Αποδοχή και κατανόηση

  • Ρωτήστε το παιδί σας τι σκέπτεται για το άλλο παιδί που διαμαρτύρεται και εξετάστε πώς λειτουργεί η παρέα στο σχολείο. Μάθετε πώς αισθάνεται για πρόσφατες αλλαγές στην οικογένειά σας (π.χ. τόπος κατοικίας, ερχομός νέου μωρού, διαζύγιο ή χωρισμός, θάνατος, κ.ά.). Διερευνήστε τις δυναμικές στο περιβάλλον του σπιτιού σας, τη σχέση του παιδιού με τα αδέλφια του και με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειάς σας.
  • Εγκαταλείψτε την άρνηση ότι το δικό σας παιδί δεν είναι δυνατόν να συμπεριφέρεται άσχημα. Αν αδιαφορήσετε ή επιμένετε να μην πιστεύετε ότι το παιδί σας επιβάλλεται σε άλλα παιδιά, διακινδυνεύετε να παραγνωρίσει τη σημασία που έχουν τα όρια. Αν η παρέμβασή σας δεν λάβει χώρα έγκαιρα, στην κατάλληλη ηλικία, ενδέχεται να αντιμετωπίσετε περισσότερο παραβατικές συμπεριφορές του παιδιού σας σε μεγαλύτερη ηλικία και τη συμμετοχή του σε μεγαλύτερες και πιο δυσάρεστες περιπέτειες.

Τα κατάλληλα μέτρα

  • Μη διστάζετε να κάνετε συστάσεις στο παιδί σας, να χρησιμοποιείτε απαγορεύσεις, ή να περιορίζετε δραστηριότητές του εν είδει τιμωρίας. Προτιμήστε, ωστόσο, τη θετική ενίσχυση αρχικά. Μελετήστε και εξηγήστε του τι σημαίνει ισότητα, ισονομία, ελευθερία, δικαιοσύνη και ανθρώπινα δικαιώματα. Μιλήστε με το παιδί σας για το σωστό και το λάθος.
  • Ακόμη και αν δεν πιστεύετε μέσα σας ότι η διαφορετικότητα είναι πάντα επιθυμητή ή αποδεκτή, να θυμάστε ότι ο σεβασμός απέναντι στον άλλο αποτελεί μια επιλογή για έναν κόσμο με μεγαλύτερη ασφάλεια και ειρηνική – χωρίς επιθετικότητα – συνύπαρξη, που οπωσδήποτε επιθυμείτε και εσείς για το παιδί σας.

*Ευχαριστούμε για τη συνεργασία τον Δημήτρη Παπαδημητριάδη, MD MSc, ψυχίατρο – ψυχοθεραπευτή