Μια νέα αμερικανική μελέτη έρχεται να καταρρίψει τον «μύθο» ότι τα παιδιά είναι λιγότερο ευάλωτα στη μόλυνση με τον νέο κορωνοϊό. Σύμφωνα με τη μελέτη που ανήκει σε ειδικούς του University of Utah Health και η οποία δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «JAMA Pediatrics», παιδιά και ενήλικοι αντιμετωπίζουν παρόμοιο κίνδυνο μόλυνσης με τον SARS-CoV-2. Ωστόσο ένα πολύ μεγαλύτερο ποσοστό παιδιών που έχουν μολυνθεί δεν εμφανίζουν συμπτώματα της COVID-19 σε σύγκριση με τους ενηλίκους. Από τη μελέτη προέκυψε επίσης ότι όταν ένα άτομο μολυνθεί με τον ιό, υπάρχει 52% κίνδυνος να τον μεταδώσει σε τουλάχιστον άλλο ένα άτομο που κατοικεί στο ίδιο σπίτι.

Τα ευρήματα αυτά βασίστηκαν στη μελέτη Coronavirus Household Evaluation and Respiratory Testing (C-HEaRT) της οποίας ηγήθηκαν τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) σε συνεργασία με ερευνητές του University of Utah Health, του Πανεπιστημίου Columbia, του Εργαστηρίου Ιολογίας Marshfield και της εταιρείας Abt Associates.

Ασυμπτωματικά αλλά μεταδοτικά

«Οπως είδαμε, συχνά φαινόταν ότι τα παιδιά δεν νοσούσαν επειδή δεν είχαν κανένα σύμπτωμα» ανέφερε η Κριστίνα Πορούτσνικ, καθηγήτρια Δημόσιας Υγείας στο University of Utah Health η οποία ήταν επικεφαλής ανάλυσης σε 189 οικογένειες στη Γιούτα. «Ωστόσο μερικά παιδιά είχαν μολυνθεί με τον ιό και μπορούσαν να τον μεταδώσουν» προσέθεσε.

Τα δύο σενάρια

Στην αρχή της πανδημίας, κάποια στοιχεία μαρτυρούσαν ότι τα παιδιά αποτελούσαν τη μειονότητα των κρουσμάτων COVID-19. Ωστόσο οι παρατηρήσεις αυτές δεν επέτρεπαν να γίνει ο διαχωρισμός μεταξύ δύο διαφορετικών σεναρίων. Το ένα σενάριο ανέφερε ότι τα παιδιά είναι λιγότερο ευάλωτα στη μόλυνση με τον νέο κορωνοϊό. Σύμφωνα με το δεύτερο, τα αναφερόμενα κρούσματα σε παιδιά παρουσιάζονταν λανθασμένα χαμηλά εξαιτίας του ότι τα παιδιά συχνά δεν εμφανίζουν συμπτώματα και έτσι δεν ελέγχονται για πιθανή ύπαρξη της COVID-19.

Η μελέτη

Ετσι με στόχο να γίνει κατανοητή η δυναμική της μόλυνσης με τον SARS-CoV-2, οι ερευνητές στο πλαίσιο της μελέτης C-HEaRT παρακολούθησαν 310 νοικοκυριά στη Γιούτα και στη Νέα Υόρκη στα οποία υπήρχαν ένα ή περισσότερα παιδιά ηλικίας 0 ως 17 ετών. Περισσότεροι από 1.236 συμμετέχοντες υποβάλλονταν εβδομαδιαίως σε μοριακό τεστ για τον SARS-CoV-2 και συμπλήρωναν ερωτηματολόγια σχετικά με την εμφάνιση συμπτωμάτων της COVID-19. Οι εθελοντές παρακολουθήθηκαν κατά μέσο όρο επί 17 εβδομάδες – από τον Σεπτέμβριο του 2020 ως τον Απρίλιο του 2021, προτού δηλαδή το στέλεχος Δέλτα καταστεί κυρίαρχο στις ΗΠΑ (και όχι μόνο).

Τα ευρήματα

Συγκεκριμένα η μελέτη έδειξε ότι:

  • Παιδιά και οι ενήλικοι είχαν παρόμοια ποσοστά μολύνσεων.
  • Τα παιδιά διαφορετικών ηλικιακών ομάδων (από τη γέννηση ως 4 ετών, 5-11 ετών, 12-17 ετών) εμφάνιζαν επίσης παρόμοια ποσοστά μολύνσεων. Η αναλογία ήταν 4,4 ως 6,3 κρούσματα ανά 1.000 άτομα.
  • Περίπου μισά από τα κρούσματα COVID-19 στα παιδιά ήταν συμπτωματικά σε σύγκριση με ποσοστό 88% στους ενηλίκους.
  • Σε σπίτια όπου υπήρχαν ένα ή περισσότερα μολυσμένα άτομα, ο συνολικός μέσος κίνδυνος μόλυνσης και των υπολοίπων κατοίκων του σπιτιού ήταν 52%.

Οι ερευνητές σημειώνουν ότι απαιτούνται περαιτέρω μελέτες προκειμένου να εξεταστεί αν το πόσο «πυκνοκατοικημένο» είναι ένα σπίτι, αν το κυρίαρχο πλέον, άκρως μεταδοτικό στέλεχος Δέλτα ή άλλοι παράγοντες συμβάλλουν στη μετάδοση του ιού εντός των σπιτιών. Επιπλέον αντικείμενο μελέτης πρέπει να αποτελέσει το αν η μετάδοση εντός του σπιτιού είναι συχνότερη στον γενικό πληθυσμό με δεδομένο ότι οι συμμετέχοντες της μελέτης είναι πιο πιθανό να τηρούσαν προληπτικά μέτρα.

Συνεχή τεστ στα παιδιά και τήρηση μέτρων προστασίας

Σε κάθε περίπτωση τα νέα αποτελέσματα δείχνουν ότι πολλές μολύνσεις παιδιών με τον SARS-CoV-2 δεν ανιχνεύονται υπογραμμίζοντας τη συνεχή ανάγκη διεξαγωγής τεστ στα παιδιά αλλά και τήρησης από εκείνα όλων των μέτρων υγιεινής ώστε να προστατεύεται ο περίγυρός τους, σημείωσε η δρ Πορούτσνικ. «Εως ότου να μπορούν να εμβολιαστούν όλα τα παιδιά, είναι σημαντικό να φορούν μάσκες όταν βρίσκονται με άλλους. Και το κυριότερο, αν το παιδί σας έχει αρρωστήσει, κρατήστε το στο σπίτι» κατέληξε η ερευνήτρια.