Το αυξημένο σωματικό βάρος προδιαθέτει για την εμφάνιση επιπλοκών στην εγκυμοσύνη με μεγαλύτερη συχνότητα, συγκριτικά με τις περιπτώσεις γυναικών που έχουν φυσιολογικό βάρος. Από την άλλη, τα παραπανίσια κιλά δεν θα πρέπει να αποτελούν εμπόδιο για όποια θέλει να απολαύσει τη μητρότητα. Ούτε να επισκιάσουν τη χαρά της εγκυμοσύνης.  Πόσα κιλά μπορώ να πάρω;  Οι γυναικολόγοι συνιστούν στις γυναίκες να πάρουν από 10 έως 15 κιλά στη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Αυτό, όμως, ισχύει μόνο για εκείνες που είχαν ένα φυσιολογικό βάρος πριν μείνουν έγκυοι και ο Δείκτης Μάζας Σώματός τους (ΔΜΣ) είναι ανάμεσα στο 18,5 και 24,9. Όσες ξεκινούν την εγκυμοσύνη ενώ είναι ήδη υπέρβαρες, με ΔΜΣ μεταξύ 25 και 29,9, δεν θα πρέπει να πάρουν περισσότερα από 7 έως 12 κιλά, και όχι πάνω από 6 στις περιπτώσεις παχυσαρκίας (ΔΜΣ μεγαλύτερος του 30). Για να βρείτε το δικός σας ΔΜΣ, θα πρέπει να διαιρέσετε το σωματικό σας βάρος σε κιλά (kg) με το ύψος σας στο τετράγωνό του (m2), δηλαδή (kg/m²). Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύτηκε το 2010 από την Ευρωπαϊκή Εταιρεία Μαιευτικής και Γυναικολογίας, οι έγκυοι που παίρνουν πιο πολλά κιλά από όσα συνιστούν οι ειδικοί, έχουν 50% περισσότερες πιθανότητες να αντιμετωπίσουν επιπλοκές, όπως ο διαβήτης κύησης και η υπέρταση.  Μπορώ να χάσω κιλά στη διάρκεια της εγκυμοσύνης;  Η εγκυμοσύνη δεν είναι η ιδανική περίοδος της ζωής σας για να ξεκινήσετε μια αυστηρή δίαιτα, προκειμένου να χάσετε τα περιττά κιλά. Εάν υποσιτίζεστε, το μωρό σας μπορεί να στερηθεί θρεπτικά συστατικά πολύτιμα για την ανάπτυξή του. Ωστόσο, συμβαίνει συχνά οι υπέρβαρες γυναίκες να χάνουν κιλά στη διάρκεια της κύησης, και μάλιστα χωρίς να κάνουν δίαιτα. Ιδιαίτερα κατά το πρώτο τρίμηνο, αυτό οφείλεται στις πρωινές ναυτίες, που συνήθως μειώνουν την όρεξη για φαγητό. Αυτή η μικρή απώλεια κιλών -που όμως δεν προέρχεται από περιορισμό των θρεπτικών στοιχείων- δεν προκαλεί κάποιο πρόβλημα στο έμβρυο, καθώς το σώμα της μητέρας διαθέτει αρκετό αποθηκευμένο λίπος.  Τα πιθανά προβλήματα  Όλα εξαρτώνται από την κατάσταση της γενικής υγείας της γυναίκας, αλλά και από τους λόγους για τους οποίους έχει περισσότερο από το κανονικό βάρος. Ωστόσο, μερικά προβλήματα που παρουσιάζονται συχνά στις υπέρβαρες εγκύους είναι τα εξής: 

  • Πόνοι στη μέση και την πλάτη, εξαιτίας του αυξημένου φορτίου που πρέπει να στηρίξει η σπονδυλική στήλη. 
  • Αυξημένες πιθανότητες εμφάνισης διαβήτη κύησης (σε ποσοστό 17%, αντί για 1-3% στις γυναίκες με φυσιολογικό βάρος), υπέρτασης και προεκλαμψίας
  • Απόκτηση ενός μωρού με πολύ χαμηλό ή πολύ υψηλό βάρος. Ακόμα και χωρίς να προκύψει διαβήτης κύησης, οι υπέρβαρες γυναίκες είναι πιθανό να αποκτήσουν «μεγάλα» μωρά (μακροσωμικά), γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε πιο δύσκολο τοκετό. Ωστόσο, πρόσφατη έρευνα αποκάλυψε ότι οι παχύσαρκες έγκυοι συχνά αποκτούν λιποβαρή μωρά. 
  • Μεγαλύτερη πιθανότητα να χρειαστεί να γίνει ο τοκετός με καισαρική τομή. Επιπλέον, στις εύσωμες γυναίκες η καισαρική είναι μια πιο δύσκολη επέμβαση, εξαιτίας του λίπους που είναι συσσωρευμένο στην κοιλιά τους, με την ανάρρωση να γίνεται με βραδύτερους ρυθμούς και την επούλωση του χειρουργικού τραύματος να είναι πιο δυσχερής. 

Οι επιπτώσεις για το μωρό  Τα μωρά που γεννιούνται από υπέρβαρες γυναίκες είναι πιο πιθανό να έρθουν στη ζωή πρόωρα. Αργότερα, κατά την παιδική τους ηλικία, είναι περισσότερες οι πιθανότητες να έχουν μεγαλύτερο βάρος από το φυσιολογικό για τα χρόνια και το ύψος τους. Επιπλέον, έρευνες έχουν δείξει ότι η παχυσαρκία της μητέρας συνδέεται με παθολογική καμπύλη γλυκόζης και την εμφάνιση διαβήτη τύπου Ι στα παιδιάΤι μπορώ να κάνω για να προλάβω τα προβλήματα;  Για μια γυναίκα που μπαίνει στην εγκυμοσύνη με αρκετά κιλά περισσότερα από τα φυσιολογικά, προτεραιότητα θα πρέπει να είναι ο τακτικός έλεγχος της κατάστασης της υγείας της και ο έλεγχος της αύξησης του βάρους της. Ο γυναικολόγος της θα αποφασίσει εάν θα πρέπει να κάνει κάποιες εξετάσεις επιπλέον από όσες συνηθίζεται να κάνει μια έγκυος ή σε διαφορετικό χρόνο. Για παράδειγμα, στην περίπτωση που ο ΔΜΣ της εγκύου είναι μεγαλύτερος από 25, οι γυναικολόγοι συνιστούν να γίνεται έλεγχος ανοχής στη γλυκόζη ήδη από το πρώτο τρίμηνο – αντί για την 26 με 28 εβδομάδα που πραγματοποιείται συνήθως. Από την άλλη, η υγιεινή διατροφή και η τακτική άσκηση όχι μόνο βοηθούν τη γυναίκα να ελέγξει πόσα κιλά θα πάρει, αλλά έχουν ιδιαίτερα θετική επίδραση στην εξέλιξη της εγκυμοσύνης, συμβάλλοντας στον περιορισμό των πιθανών επιπλοκών, όπως ο διαβήτης κύησης, η υπέρταση και η προεκλαμψία. Επιπλέον, σας κάνουν να νιώθετε ευεξία, όχι μόνο στη διάρκεια της εγκυμοσύνης, αλλά και μετά τη γέννηση του μωρού. Διατροφικές συμβουλές

  • Επιλέξτε για τα γεύματά σας τροφές πλούσιες σε θρεπτικά συστατικά, αλλά φτωχές σε λιπαρά. 
  • Αποφύγετε τα γλυκά και τα τρόφιμα που αποτελούν θερμιδικές… βόμβες, χωρίς να προσφέρουν στην ουσία τίποτα σε εσάς και το μωρό σας, όπως το junk food. 
  • Προτιμάτε τα λαχανικά, τα φρούτα, το άπαχο κρέας, τα προϊόντα ολικής άλεσης και τα γαλακτοκομικά με χαμηλά λιπαρά
  • Φροντίστε να τρώτε πολλά, μικρά γεύματα, αντί για δύο, τρία μεγάλα την ημέρα. 
  • Κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου, δεν υπάρχει κανένας λόγος να αυξήσετε τις θερμίδες που καταναλώνετε, ενώ για το υπόλοιπο της εγκυμοσύνης χρειάζεστε μόνο 300 επιπλέον θερμίδες καθημερινά, οι οποίες αντιστοιχούν σε 1 γιαούρτι με 1 μήλο ή 1 σαλάτα με τόνο. 

Και μετά τη γέννα;  Μετά την ολοκλήρωση της εγκυμοσύνης και του τοκετού, είναι σημαντικό να χάσετε άμεσα τα κιλά που πήρατε στη διάρκεια της κύησης. Θα το καταφέρετε, εάν συνεχίσετε να ακολουθείτε έναν υγιεινό τρόπο διατροφής και θηλάζοντας το μωρό σας για όσο περισσότερο χρόνο μπορείτε. Στόχος είναι να χάσετε το μεγαλύτερο ποσοστό από τα κιλά μέσα στους τρεις πρώτους μήνες μετά τον τοκετό, και τα υπόλοιπα μέχρι να συμπληρωθούν έξι μήνες από τη γέννηση του μωρού. Και η περίοδος της λοχείας, όμως, δεν ενδείκνυται για αυστηρές δίαιτες, καθώς η φροντίδα ενός βρέφους απαιτεί πολλή ενέργεια. Από την άλλη, αυτό το μωρό είναι ίσως το μεγαλύτερο κίνητρο για να φτάσετε σε ένα φυσιολογικό βάρος, εξασφαλίζοντας καλύτερη υγεία και φυσική κατάσταση. Για να το καταφέρετε και εφόσον τα κιλά που πρέπει να χάσετε είναι πολλά, είναι προτιμότερο, αφού ολοκληρώσετε το θηλασμό, να ζητήσετε τη βοήθεια ενός διαιτολόγου ή και ενός ψυχολόγου, για να σας «στηρίξουν» στη διάρκεια της προσπάθειάς σας.  Με τη συνεργασία του Σπύρου Βλάχου (μαιευτήρας – γυναικολόγος).