Παλίνδρομη κύηση ονομάζεται η αυτόματη παύση της κύησης πριν την 20ή εβδομάδα αυτής. Περίπου το 10-15% των επιβεβαιωμένων κυήσεων παλινδρομούν, αν και το πραγματικό ποσοστό μάλλον είναι μεγαλύτερο, καθώς κάποιες πρώιμες αποβολές συγχέονται με την παρουσία έμμηνου ρύσεως. Αν και η αιτιολογία είναι συνήθως άγνωστη, οι περισσότερες γνωστές αιτίες είναι οι ιογενείς λοιμώξεις, οι χρωμοσωματικές ανωμαλίες, οι ανοσολογικοί παράγοντες και οι ανατομικές ανωμαλίες της μήτρας. Οι κυριότεροι παράγοντες κινδύνου είναι η ηλικία της μητέρας (άνω των 35 ετών), το ιστορικό αυτόματης αποβολής, το κάπνισμα, η χρήση τοξικών ουσιών και η ύπαρξη μεταβολικών νοσημάτων. Τα συμπτώματα της παλίνδρομης κύησης περιλαμβάνουν την κολπική αιμόρροια, το κοιλιακό άλγος και την αποβολή των προϊόντων της κύησης. Η παραμονή προϊόντων της κύησης εντός της μήτρας μπορεί να προκαλέσει κολπική αιμόρροια μετά από ώρες ή ακόμη και μέρες, ενώ δεν αποκλείεται η ανάπτυξη λοίμωξης που προκαλεί πόνο, εμπύρετο ή ακόμα και σήψη. Η διάγνωση γίνεται μέσω της κλινικής εξέτασης, τη μέτρηση της β-χοριακής γοναδοτροπίνης και του υπερηχογραφήματος. Η θεραπεία εξαρτάται από το αν η αποβολή είναι μερική ή πλήρης. Στην πρώτη περίπτωση (μερική), πραγματοποιείται εκκένωση της μήτρας επεμβατικά (εκκενωτική απόξεση) ή με τη χρήση φαρμακευτικών σκευασμάτων. Στη δεύτερη (ολική), δεν είναι απαραίτητη η εκκένωση της μήτρας, εκτός κι αν υπάρχει έντονη αιμορραγία. Μετά από μια παλίνδρομη κύηση, μια γυναίκα μπορεί να παρουσιάζει κολπική αιμόρροια για 7-10 μέρες και να αισθάνεται ευαισθησία στο στήθος. Η σεξουαλική επαφή επιτρέπεται μετά την πάροδο 20 ημερών. Με τη συνεργασία του Γεώργιου Κανελλόπουλου, μαιευτήρας – χειρουργός – γυναικολόγος.