Η χρήση από τις γυναίκες αντικαταθλιπτικών πριν ή και κατά διάρκεια της εγκυμοσύνης συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο γέννησης παιδιών με διαταραχή του φάσματος του αυτισμού. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξε μια νέα μελέτη με επικεφαλής τη δρα Φλοράνς Γκρεσιέ του Τμήματος Ψυχιατρικής του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Μπισέτρ και του Πανεπιστημίου Paris-Saclay, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό περιοδικό παιδιατρικής «JAMA Pediatrics». Ωστόσο, σύμφωνα με την έρευνα, οι έγκυες δεν πρέπει να σταματήσουν την αντικαταθλιπτική αγωγή τους, καθώς τα ευρήματα της μελέτης έχουν ένα βαθμό αβεβαιότητας και, επιπλέον, μπορεί να υπάρξουν άλλες συνέπειες, αν δεν αντιμετωπισθεί η κατάθλιψη κατά την εγκυμοσύνη. «Κάθε περίπτωση εγκύου θα πρέπει να αξιολογείται ατομικά», τόνισε η Γκρεσιέ, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς. Σχεδόν το 15% των εγκύων γυναικών, κατά τους ερευνητές, εκδηλώνουν κατάθλιψη και όσες δεν ακολουθούν κάποια φαρμακευτική θεραπεία, κινδυνεύουν περισσότερο με επιπλοκές. Η χρήση των αντικαταθλιπτικών στην εγκυμοσύνη έχει αυξηθεί διεθνώς τα τελευταία χρόνια. Τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα φάρμακα είναι η κατηγορία των εκλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRIs). Η νέα μελέτη (μετα-ανάλυση), η οποία αξιολόγησε τα ευρήματα έξι ερευνών που αφορούσαν συνολικά σχεδόν 118.000 άτομα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα παιδιά είναι 81% πιθανότερο να διαγνωσθούν με αυτισμό, αν είχαν εκτεθεί σε αντικαταθλιπτικά, όσο βρίσκονταν στη μήτρα κατά την εγκυμοσύνη.